Η ελληνική απόβαση στο Χρηματιστήριο Κύπρου

Του Λεωνίδα Λιάμη

Ενδεικτικό της τάσης που διαμορφώνεται είναι το γεγονός ότι ενώ η πιο πρόσφατη εισαγωγή εταιρείας στο Χρηματιστήριο Αθηνών… χάνεται κάπου στον Ιούνιο του 2010 (!), την ίδια στιγμή στο «ταμπλό» της Νεοαναπτυσσόμενων Εταιρειών Αγορά (ΝΕΑ) του ΧΑΚ, στη Μεγαλόνησο, από τις συνολικά 13 εταιρείες που έχουν υπό διαπραγμάτευση τις μετοχές τους, οι έξι είναι εταιρείες ελληνικών συμφερόντων.

Οι πληροφορίες μάλιστα αναφέρουν ότι προσεχώς έπεται και νέο «κύμα» αιτημάτων εισαγωγής με ελληνική προέλευση και η αρχή φαίνεται πως έγινε με την κατάθεση του φακέλου εισαγωγής στην εναλλακτική αγορά του ΧΑΚ, από τη βορειοελλαδική ασφαλιστική εταιρεία Interlife ΑΑΕΓΑ, την Παρασκευή 3 Αυγούστου. Για τους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» βέβαια η εξέλιξη αυτή, δεν είναι παρά μια ακόμη απτή επιβεβαίωση της δυναμικής που εμφανίζει η ΝΕΑ του ΧΑΚ, αλλά και προπομπός του τι πρόκειται να ακολουθήσει στο επόμενο χρονικό διάστημα, αν δεν αλλάξει το κλίμα στο ελληνικό χρηματιστήριο.

Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, την περίοδο που διανύουμε υπάρχουν άλλες περίπου 10 ελληνικές εταιρείες, προερχόμενες από τους τομείς της βιομηχανίας, της ένδυσης, των τροφίμων και ποτών, της υποστήριξης υποδομών, των ΑΠΕ, των κατασκευών αλλά και της πληροφορικής, οι οποίες είτε εξετάζουν, είτε ήδη προετοιμάζουν την είσοδό τους στην κυπριακή κεφαλαιαγορά.

Η ελληνική απόβαση στο Χρηματιστήριο Κύπρου

Φθηνή λύση

Εν πολλοίς, το φαινόμενο πυροδοτείται -μεταξύ άλλων- από το ό,τι η εναλλακτική αγορά του κυπριακού χρηματιστηρίου, ως μη ρυθμιζόμενη είναι μια φθηνή λύση για όσες εταιρείες επιθυμούν να εισαχθούν σε μια κεφαλαιαγορά. Οι χρεώσεις κρίνονται ελκυστικές, οι χρόνοι εισαγωγής είναι ταχύτεροι και, ταυτόχρονα, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή σε μια τέτοια αγορά δεν είναι ανάλογες με εκείνες που ισχύουν για τις εισηγμένες σε μια Κύρια Αγορά.

Country risk

Η μείωση, επίσης, του country risk που «κουβαλάει» η κάθε ελληνική επιχείρηση και η νομισματική ανασφάλεια που προκαλεί σε διεθνείς επενδυτές οποιαδήποτε κίνηση σε «ελληνικό περιβάλλον», είναι ακόμη ένας σοβαρός παράγοντας που «σπρώχνει» τους Έλληνες επιχειρηματίες προς την Κύπρο. Όπως εξηγείται από επιχειρηματίες που έχουν επιχειρήσει την εισαγωγή τους στη ΝΕΑ του κυπριακού χρηματιστηρίου, οι ξένοι επενδυτές γνωρίζουν μεν ότι θα τοποθετηθήσουν κεφάλαια σε μια ελληνική εταιρεία, αλλά αυτό θα πραγματοποιηθεί σε περιβάλλον με πιο χαμηλό νομισματικό κίνδυνο, με αποτέλεσμα να απομειώνεται ο φόβος που συνδέεται με την πιθανότητα η Ελλάδα να επιστρέψει σε εθνικό νόμισμα.

Επιπλέον, πολλές εταιρείες θεωρούν ότι μελλοντικά έχουν περισσότερες πιθανότητες να προσελκύσουν στρατηγικό εταίρο-επενδυτή, καθώς στη Μεγαλόνησο κινούνται ρωσικά, ανατολικοευρωπαϊκά κι αραβικά κεφάλαια, τα οποία αναζητούν την επόμενη επενδυτική ευκαιρία για να τοποθετηθούν. Υπό το πρίσμα αυτό δε, η ύπαρξη μιας αποτίμησης που να αντικατοπτρίζεται στην τιμή της μετοχής και να εξασφαλίζει την αξιοπιστία της έγκρισης ενός χρηματιστηρίου, μάλλον διευκολύνει την ενίσχυση της διαπραγματευτικής ικανότητας της εισηγμένης εταιρείας στις πιθανές συζητήσεις της με δυνάμει στρατηγικούς επενδυτές.

Ορμητήριο για άνοιγμα σε νέες αγορές

«Φυσικά πάντοτε υπάρχει ως αντικειμενικός στόχος η εύρεση στρατηγικού επενδυτή, αλλά πλέον η εισαγωγή μιας εταιρείας σε μια χρηματιστηριακή αγορά γίνεται για μια πλειάδα άλλων λόγων, όπως η νομισματική θωράκιση του μετοχικού της κεφαλαίου και η συνακόλουθη νομισματική κάλυψη ενός υποψήφιου στρατηγικού επενδυτή», εξηγεί από την πλευρά του ο κ. Αλ. Παναγιωτίδης πρόεδρος της εταιρείας «Αιχμή Α.Ε.» η οποία, ήδη, επιχείρησε το βήμα και οι μετοχές της διαπραγματεύονται στην αγορά της Κύπρου.

Ο επιχειρηματίας προσθέτει, ακόμη, πως πέραν των άλλων «η εισαγωγή σε ένα χρηματιστήριο μπορεί να γίνεται, προκειμένου να καταστεί ορατή η εταιρεία στη διεθνή επενδυτική κοινότητα, για λόγους prestige και αξιοπιστίας, όπως επίσης και για λόγους διαφήμισης ή εισόδου και επέκτασης σε μια καινούρια αγορά».

Ειδικά για την προοπτική της επέκτασης των δραστηριοτήτων και πώς αυτή μπορεί να υποστηριχθεί με μια εισαγωγή στο ΧΑΚ, αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι εκτός από την αγορά της ίδιας της Μεγαλονήσου, μια επιχείρηση έχοντας «ορμητήριο» την Κύπρο αποκτά πλεονέκτημα στο να αναπτύξει επιχειρηματική δράση και στις αγορές τόσο του Ισραήλ όσο και στις υπόλοιπες χώρες της Μέσης Ανατολής.

Κι αυτό γιατί παραδοσιακά -και με έμφαση στις τελευταίες δεκαετίες- στο «νησί της Αφροδίτης» δραστηριοποιούνται πολλοί επιχειρηματίες από το «τόξο» της Μέσης Ανατολής, ενώ λόγω της ανακάλυψης φυσικού αερίου στον υποθαλάσσιο χώρο του νησιού, εσχάτως έκαναν πιο ισχυρή την παρουσία τους ιδίως οι επιχειρήσεις από το Ισραήλ.

Διαπραγμάτευση

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως ήδη από τις 16 Ιουλίου του 2012 στη ΝΕΑ του ΧΑΚ διαπραγματεύονται και οι τίτλοι της «Cyprus Oportunity Energy PLC», ισραηλινών συμφερόντων, η οποία έχει δικαιώματα για δύο ενεργειακά οικόπεδα στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κύπρου κι Ισραήλ και χαρακτηρίζεται και ως «ψήφος εμπιστοσύνης» προς την κυπριακή οικονομία.

Μάλιστα, παρότι η τιμή εισαγωγής της εν λόγω εταιρείας ήταν στα μόλις 3,5 λεπτά του ευρώ, στο μικρό χρονικό διάστημα που έχει μεσολαβήσει, ήδη έφθασε στο 1,8 ευρώ, καταγράφοντας ρεκόρ απόδοσης για το έως τώρα διανυθέν διάστημα του 2012, σε όλα τα χρηματιστήρια παγκοσμίως.

Χωρίς γραφειοκρατία

Γρήγορες διαδικασίες και φιλικό κλίμα

Υπάρχουν βέβαια και παράγοντες που καθιστούν ελκυστικό το χρηματιστήριο της Μεγαλονήσου. «Στην Κύπρο δεν υπάρχει αυτή η απίστευτη γραφειοκρατία που αντιμετωπίζουμε στην Ελλάδα. Οι διαδικασίες είναι γρήγορες και το κλίμα ιδιαίτερα φιλικό για τις επιχειρήσεις», εξηγεί στην «ΗτΣ» ο κ. Ι. Βοτσαρίδης, επικεφαλής της Interlife ΑΑΕΓΑ, η οποία υπέβαλε αίτημα για τη ΝΕΑ του ΧΑΚ. Ο ίδιος θυμίζει πως η Interlife είχε αποπειραθεί να εισαχθεί και στο ελληνικό χρηματιστήριο, κατά το παρελθόν, αλλά δεν τα κατάφερε.

Εξαγορά-πώληση

Φορολογικά οφέλη

Η παρουσία στην κεφαλαιαγορά της Κύπρου, εξασφαλίζει για τους μετέχοντες σε αυτή και σημαντικά φορολογικά οφέλη, που βρίσκουν ιδιαίτερη εφαρμογή κυρίως όταν πρόκειται για εξαγορά ? πώληση εταιρείας, είτε σε σύνολο, είτε σε επιμέρους μετοχικά κομμάτια, είτε ακόμη κατά τη μεταφορά των μετοχών της από τη μια γενιά στην επόμενη.

«Ως μη εισηγμένη η εταιρεία θα φορολογηθεί με 5% επί της αξίας της μεταβίβασης, ενώ αν είναι εισηγμένη το κόστος είναι ίσο με λιγότερο από 0,5%, όσο δηλαδή χρεώνεται μια συναλλαγή «πακέτου» μετοχών σε μια χρηματιστηριακή αγορά και συν τοις άλλοις το προϊόν της συγκεκριμένης συναλλαγής πιστώνεται σε τραπεζικό λογαριασμό στην Κύπρο, χωρίς, να τίθεται ζήτημα νομιμότητας», εξηγεί ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Capital Markets Experts A.E., η οποία είναι η μόνη ελληνική εταιρεία που λειτουργεί ως σύμβουλος εισαγωγής στη ΝΕΑ του ΧΑΚ και στην ΕΝΑ του Χ.Α., και στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Μπρατισλάβα.

(Από σχετικό ολοσέλιδο άρθρο της Ημερησίας του Σαββάτου 25/8/2012)