Ανασκόπηση της κυπριακής οικονομίας 2019

Το 2019 δεν ήταν κακή χρονιά για την κυπριακή οικονομία. Έχοντας αφήσει αρκετά πίσω περιπέτειες της κρίσης και περπατώντας στο μονοπάτι μιας δειλής κανονικότητας, η Κύπρος, παρά τις παθογένειες, τα προβλήματα, τα δυσάρεστα γεγονότα και τα βαρίδια που την κρατούν χαμηλά στους πίνακες των επενδυτικών αξιολογήσεων (μόνον ο οίκος Moody’s διατηρεί τα κυπριακά ομόλογα εκτός επενδυτικής βαθμίδας), βαίνει σε σχετική αρμονία με το εσωτερικό και το εξωτερικό μέτωπο.

Οι επιμέρους τομείς που καταγράφονται στην παρούσα ανασκόπηση της «Σ» αποτελούν μια ευρεία χαρτογράφηση της οικονομικής αρένας. Οι καλές και οι κακές στιγμές της χρονιάς που πέρασε διαμόρφωσαν το σκηνικό μέσα από το οποίο η χώρα πορεύεται μέσα στο διεθνές γίγνεσθαι, ως ένας πολυπαραγοντικός παίκτης.

Η γεωγραφική της θέση στο ψυχολογικό σύνορο Ανατολής και Δύσης, η συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την κοινή αγορά, η συνεργασία με τις γειτονικές χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, η ανταγωνιστική φορολογία, η σταθερότητα του πολιτικού και οικονομικού κλίματος, το τουριστικό πλεονέκτημα, η νησιωτική φύση και οι ιδιαιτερότητές της σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες δημιουργούν μια δυναμική συνισταμένη που μπορεί να κερδίζει χωρίς να δημιουργεί πλήγματα. Αρκεί οι ασθένειες να μην υποτροπιάζουν και η φιλοδοξία να μην μετατρέπεται σε γάγγραινα ασυδοσίας.

Εν αρχή ην οι αριθμοί

Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία της Κυπριακής Στατιστικής Υπηρεσίας, το 2019 αναμένεται να κλείσει με ρυθμό ανάπτυξης πέραν του 3%, σε αντίθεση με το 2018 που έκλεισε με 4,2%, ενώ το εννεάμηνο στο 3,1%.

Η ανεργία ξεκίνησε την χρονιά με 7,5%, πέρασε στο 6,5% το δεύτερο τρίμηνο για να καταλήξει στο 6,7% το τρίτο τρίμηνο (7,1% τον Οκτώβριο).

Όπως προβλέπει η Κομισιόν, το δημόσιο χρέος αποκλιμακώνεται περαιτέρω σε 93,8%, ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί γύρω στο 0,6% και το πλεόνασμα του δημόσιου προϋπολογισμού θα παραμείνει υψηλό στο 3,7%.

Η ώρα του προϋπολογισμού

Στις αρχές Δεκεμβρίου και αφού το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2020 είχε λάβει την έγκριση των ευρωπαϊκών Αρχών, κατατέθηκε στην Βουλή των Αντιπροσώπων. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της Κομισιόν, ο προϋπολογισμός της Κύπρου είναι μεν σε αρμονία με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ωστόσο ενέχει κινδύνους. Ναι μεν η πρόοδος για την εφαρμογή του δημοσιονομικού διαρθρωτικού τμήματος των συστάσεων για τη χώρα σε σχέση με το 2019 είναι περιορισμένη, ωστόσο τηρείται ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος και ο δείκτης αναφοράς για τη μείωση του χρέους τόσο για το 2019, όσο και για το 2020. Η Κύπρος, σύμφωνα με τους Ευρωπαίους επιτηρητές, παραμένει στον κατάλογο των χωρών με υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες μαζί με την Ιταλία και την Ελλάδα – χωρίς να απαιτούνται, ωστόσο, διορθωτικές ενέργειες από πλευράς Κομισιόν.

Οι οίκοι αξιολόγησης «έπαιξαν άμυνα»

Παρά την όποια πρόοδο, η Κύπρος δεν κατάφερε να συμπληρώσει το «καρέ» των αξιολογήσεων, ώστε να βρίσκεται και με τα δύο πόδια στην επενδυτική βαθμίδα, καθώς ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Moody’s είναι ο μοναδικός που την διατηρεί στο Ba2, αναβαθμίζοντας την προοπτική από σταθερή σε θετική τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Ο Fitch διατήρησε την πιστοληπτική ικανότητα της οικονομίας στο επενδυτικό BBB – αναβαθμίζοντας την προοπτική επίσης από σταθερή σε θετική τον Οκτώβριο, ενώ ο Standard & Poor’s δεν έδωσε σοβαρά σημεία ζωής, κρατώντας την Κύπρο στο BBB – με σταθερή προοπτική από τον Σεπτέμβριο του 2018. Ο μικρότερος, πλην σημαντικός οίκος DBRS διατήρησε μεν το αξιόχρεο στο BBB (low), ωστόσο αναβάθμισε την προοπτική από σταθερή σε θετική.

Σε κάθε περίπτωση, τα «βαρίδια» της κυπριακής οικονομίας, σύμφωνα με τις εκθέσεις των διεθνών αξιολογητών, παραμένουν εν πολλοίς δεμένα στα πόδια. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, το μικρό μέγεθος της οικονομίας, το υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, ο κίνδυνος από την ενδεχόμενη επαναφορά των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, η αργή και προβληματική δικαιοσύνη και η αδύναμη «υγεία» του τραπεζικού συστήματος (παρά την πρόοδό της) εξακολουθούν να αποτελούν πρόβλημα.

Από την άλλη, παράγοντες όπως το δημοσιονομικό νοικοκύρεμα, η χαμηλή ανεργία, το σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον, η πρόωρη εξόφληση οφειλών και δανείων, ο τουρισμός και το πρόγραμμα πολιτογραφήσεων αντανακλώνται στην μεγάλη μείωση του κόστους κρατικού δανεισμού και αποτελούν τις βάσεις πάνω στις οποίες θα επέλθουν οι όποιες αναβαθμίσεις.

Έξοδος στις αγορές

Δύο, ουσιαστικά, ήταν φορές η Κύπρος βγήκε στις διεθνείς αγορές. Η πρώτη ήρθε τον Φεβρουάριο με την έκδοση 15ετούς ομολόγου από το οποίο αντλήθηκε €1 δισ. με απόδοση 2,75%, κάτι που δεν ικανοποίησε και τόσο τους αναλυτές, καθώς την ίδια περίοδο η Ισπανία δανειζόταν με 1,79%, η Πορτογαλία με 1,98% και η Ιρλανδία με 1,24%.

Η δεύτερη, αλλά διπλή έξοδος ήρθε τον Απρίλιο. Από την έκδοση 30ετούς ομολόγου αντλήθηκαν €750 εκ. με απόδοση 2,86%, ενώ από την έκδοση 5ετούς μπήκαν στα ταμεία €500 εκ. με απόδοση 0,65%.

Κλείνουν λογαριασμοί

Την απαλλαγή του από το δάνειο που είχε λάβει η Κυπριακή Δημοκρατία από την Ρωσία το 2011, ως προσπάθεια αποφυγής υπαγωγής σε καθεστώς προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής (μνημόνιο), κατάφερε την χρονιά που πέρασε η Κυβέρνηση.

Την πλήρη εξόφληση ανακοίνωσε στις αρχές Σεπτεμβρίου ο Υπουργός Οικονομικών, Χάρης Γεωργιάδης, εκφράζοντας τις θερμές του ευχαριστίες προς την ρωσική κυβέρνηση για την έμπρακτη στήριξη εκείνες τις δύσκολες ημέρες. Το δάνειο είχε αρχικό επιτόκιο 4,5% και συνολικό ύψος €2,5 δισ. κι έτυχε αναδιάρθρωσης το 2013, πήρε μειωμένο επιτόκιο 2,5% και έτος αποπληρωμής το 2021.  Επόμενος στόχος, όπως αυτός ετέθη από τον Υπουργό Οικονομικών, είναι η πρόωρη εξόφληση του δανείου από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στις αρχές του 2020.

Αλλαγή φρουράς στο Υπουργείο Οικονομικών

Ο νυν Υπουργός Εσωτερικών Κωνσταντίνος Πετρίδης πήρε τα ηνία από τον Χάρη Γεωργιάδη (ο οποίος επιστρέφει στα κομματικά καθήκοντα του ΔΗΣΥ) για το κρίσιμο χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου Οικονομικών, αμέσως μετά τον ανασχηματισμό που είχε εξαγγείλει εδώ και αρκετό καιρό ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Ο Χάρης Γεωργιάδης τελούσε «υπό παραίτηση» από τον περασμένο Μάρτιο, όταν το πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής για τον Συνεργατισμό τού απέδωσε βαρύτατες ευθύνες. Τότε, προκειμένου να ανακουφίσει τις πιέσεις προς την Κυβέρνηση, αλλά και της πολιτικής που αυτή ακολουθεί, γνωστοποίησε την πρόθεσή του δημοσίως. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ίδιος είχε ήδη υποβάλει δις την παραίτησή του στον Πρόεδρο Αναστασιάδη, ο οποίος όχι μόνο δεν την είχε κάνει δεκτή, αλλά του είχε παράσχει στήριξη μέχρι τέλους.

Ο Συνεργατισμός και το πόρισμα στο συρτάρι

Η πώληση και το «σπάσιμο» της ΣΚΤ σε δύο μέρη το 2018, το λεγόμενο «καλό», το οποίο αγοράστηκε από την Ελληνική Τράπεζα, και το λεγόμενο «κακό», το οποίο μετασχηματίστηκε στον φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων με την επωνυμία Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων (ΚΕΔΙΠΕΣ), δεν ήταν αναίμακτο για την φετινή χρονιά, κυρίως σε επίπεδο ευθυνών.

Το 844 σελίδων πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής, την οποία διόρισε ο Γενικός Εισαγγελέας, προκειμένου να διερευνήσει τα αίτια της κατάρρευσης του Συνεργατισμού, απέδωσε σοβαρές ευθύνες, μεταξύ άλλων, στον Υπουργό Οικονομικών, Χάρη Γεωργιάδη, καθώς και σε πρόσωπα της επιλογής του.

Σύμφωνα με αυτό, η ΣΚΤ και η Κυβέρνηση απέτυχαν σε τρεις βασικές δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν έναντι της ΕΕ, λόγω των όρων που τέθηκαν για την κρατική ενίσχυση. Πρόκειται για (α) την καλή εταιρική διακυβέρνηση, (β) τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων, και (γ) την ορθή διαχείριση των λειτουργικών εξόδων.  Όπως αναφέρει η Επιτροπή, «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η επιδίωξη να οδηγηθεί ο Συνεργατισμός σε υγιείς τραπεζικές πρακτικές ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα. Όσο όμως πιο δύσκολο είναι το διακύβευμα, τόσο πιο ικανοί χειρισμοί χρειάζονται», ρίχνοντας το μπαλάκι της ευθύνης εμμέσως και στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος διατήρησε τον Χάρη Γεωργιάδη στην θέση του.

Παρά τις πιέσεις της αντιπολίτευσης και την κοινωνική κατακραυγή, ο κ. Γεωργιάδης δεν παραιτήθηκε, παρά ανακοίνωσε την πρόθεσή του να αποχωρήσει από το κυβερνητικό σχήμα μέχρι το τέλος του έτους. Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έκανε λόγο για αντιφατικά πορίσματα της Επιτροπής, σημειώνοντας ότι «δεν μπορεί, επειδή έτσι αποφάσισαν τρεις που δεν θεμελιώνουν αυτά που λένε, ο ίδιος πρέπει να θυσιάσει την Ιφιγένεια», προκαλώντας την σφοδρή αντίδραση των μελών της Επιτροπής. Προς το παρόν δεν έχουν αποδοθεί ευθύνες.

Ενσωμάτωση στην Ελληνική

Σε κάθε περίπτωση, η πώληση προχώρησε κανονικά, ενώ σημαντική πρόοδος έγινε και για την απορρόφηση του «καλού» τμήματος της ΣΚΤ από την Ελληνική Τράπεζα, η οποία σήμανε την μετακίνηση άνω των 40.000 πελατών. Η διαδικασία δεν ήταν ανώδυνη, καθώς η Τράπεζα προχώρησε στο κλείσιμο δεκάδων καταστημάτων σε όλη την Κύπρο, ρίχνοντας τον αριθμό των ενοποιημένων σημείων εξυπηρέτησης σε κάτω από 120. Οι αντιδράσεις των κοινοτήτων που έμειναν χωρίς τραπεζικό κατάστημα ήταν έντονες, ωστόσο τόσο η διοίκηση, όσο και το Υπουργείο Οικονομικών ξεκαθάρισαν ότι οι ανάγκες θα καλυφθούν σε πρώτο στάδιο από τις δύο κινητές μονάδες οι οποίες μοιράζονται σε 27 κοινότητες.

Συγχωνεύσεις τραπεζών

Με «φόρα» από τις χρονιές της σταθεροποίησης και της ανάκαμψης και δεδομένου του καλού οικονομικού κλίματος οι τράπεζες είχαν το περιθώριο να προχωρήσουν σε σταθεροποιητικές κινήσεις, παρά τις όποιες πιέσεις από τα χαμηλά επιτόκια και την «σφιχτή» επιτοκιακή πολιτική, η οποία κράτησε την ρευστότητα εγκλωβισμένη στα ταμεία. Παράλληλα, κατάφεραν να «ξεφορτωθούν» μεγάλο όγκο μη εξυπηρετούμενων δανείων, είτε προχωρώντας σε αναδιαρθρώσεις με τους ίδιους τους δανειολήπτες, είτε πωλώντας μεγάλα πακέτα προβληματικών δανείων σε εξειδικευμένες εταιρίες διαχείρισης.

Έτσι, η Τράπεζα Κύπρου με το πρόγραμμα Helix κατάφερε να αποδεσμεύσει από τους ισολογισμούς της ΜΕΔ ύψους €2,1 δισ., ενώ με το Helix 2 στις αρχές του 2020 αναμένεται να πωλήσει κόκκινα δάνεια συνολικής αξίας €2,7 δισ.

Επιπλέον, η Astrobank προχώρησε σε συμφωνία για την απορρόφηση των τραπεζικών εργασιών της USB Bank, περιλαμβανομένου του προσωπικού, εξαιρουμένων μόνον ορισμένων στοιχείων ενεργητικού. Στο πλαίσιο της στρατηγικής της για αύξηση των εργασιών, μέσα από την ενοποίηση μικρότερων τραπεζών στην Κύπρου, υπέγραψε την πλήρη απορρόφηση της θυγατρικής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος στην Κύπρο, συγκροτώντας, έτσι, έναν ισχυρό και ανταγωνιστικό πόλο στο τραπεζικό πεδίο.

Ο πονοκέφαλος της ρευστότητας

Ο πονοκέφαλος των τραπεζών για την χρονιά που πέρασε ακούει στο όνομα «πλεονάζουσα ρευστότητα». Τα πολλά λεφτά στο ταμείο ναι μεν ακούγονται ως κάτι θετικό, αλλά για τις τράπεζες αποτελούν πρόβλημα χωρίς λύση. Από την μια, οι τράπεζες, δεδομένων και των περιορισμών, είναι ιδιαιτέρως φειδωλές στην χορήγηση δανείων στην πραγματική οικονομία, προκειμένου να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος, από την άλλην, η ΕΚΤ, από την οποία δανείζονται, έριξε τα επιτόκια σε αρνητικά επίπεδα.

Ήδη στην Ευρώπη αρκετοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί έχουν αρχίσει να μετακυλούν το κόστος στους πελάτες, χρεώνοντάς τους για τις καταθέσεις, με τις κυπριακές τράπεζες να βρίσκονται μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης. Η νέα Πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει την πολιτική του προκατόχου της, Μάριο Ντράγκι, κάτι που προβληματίζει ιδιαιτέρως τους τραπεζίτες, οι οποίοι αναζητούν τρόπο να διοχετεύσουν την ρευστότητά τους αποτελεσματικά. Πάντως, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, Κωνσταντίνος Ηροδότου, σε πρόσφατες δηλώσεις του ανέφερε ότι τα αρνητικά επιτόκια επιβάλλονται, ώστε οι τράπεζες να ενθαρρυνθούν και να προσφέρουν περισσότερα δάνεια, σημειώνοντας ότι με αυτά τα δεδομένα το ρίσκο για πώληση ΜΕΔ είναι μειωμένο.

Το «κούφιο» Σχέδιο Εστία  

Τα κόκκινα δάνεια μπορεί να αποτελούν γάγγραινα για τους ισολογισμούς των τραπεζών, ωστόσο σε κοινωνικό επίπεδο τα πράγματα δεν είναι ευτυχέστερα. Αναζητώντας τους στρατηγικούς κακοπληρωτές και σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί ο κοινωνικός ιστός, η Κυβέρνηση ετοίμασε και εφαρμόζει το Σχέδιο Εστία για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Οι υπολογισμοί του υπουργείου δείχνουν συνολικό κόστος τα €815 εκ. για διάρκεια ισχύος τα 25 έτη, ενώ οι δανειολήπτες που θα έκαναν χρήση του Σχεδίου υπολογίστηκαν από τις τράπεζες σε 12.500.

Ωστόσο, το σχέδιο δεν φαίνεται να εξελίσσεται σύμφωνα με τις εκτιμήσεις. Η προσέλευση είναι πενιχρή, κάτι που από πολλούς αποδίδεται σε δαιδαλώδεις γραφειοκρατικές διαδικασίες, αυξημένο κόστος και λανθασμένα κριτήρια. Από την άλλη, κυβερνητικά στελέχη κάνουν λόγο για στρατηγικούς κακοπληρωτές οι οποίοι μέχρι σήμερα εκμεταλλεύονταν τα νομικά κενά και τις ανεπαρκείς δομές, προκειμένου να αποφύγουν την εξυπηρέτηση των δανείων τους.

Η Κεντρική Τράπεζα, πάντως, εμφανίζεται ιδιαιτέρως απογοητευμένη. Επικαλούμενος στοιχεία Νοεμβρίου, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, Κωνσταντίνος Ηροδότου, είπε ότι οι αιτήσεις για το Εστία ανέρχονταν στις 1.050, με την συνολική αξία των δανείων να ανέρχεται στα 260 εκ. ευρώ, ενώ αρχικά υπολογιζόταν, όπως σημείωσε, πως θα ξεπερνούσαν τα 2,5 δισ. ευρώ.

Γεγονός που προϊδεάζει για την αποτυχία του Σχεδίου, το οποίο έχει λάβει παράταση μέχρι το τέλος του έτους. Ο κ. Ηροδότου κάλεσε, ως εκ τούτου, τις τράπεζες να λάβουν άμεσα τα μέτρα τους.

Πλειστηριασμοί με ένα κλικ

Σημαντική στιγμή θεωρείται και η έναρξη των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, οι οποίοι αφορούν σε ακίνητα που είχαν εκποιηθεί από τις τράπεζες έναντι χρεών, αλλά απέτυχαν να πωληθούν στην πρώτη φάση του συμβατού πλειστηριασμού. Επί της ουσίας, πρόκειται για χρόνιες υποθέσεις και σε μεγάλο βαθμό αφορούν εκτάσεις γης, ενώ το μόνο που αλλάζει είναι η διαδικασία. Διαχειριστής του συστήματος είναι ο Σύνδεσμός Τραπεζών, ο οποίος έχει δώσει οδηγίες στα μέλη να ετοιμάσουν καταλόγους με τα ακίνητα που θα καταχωρηθούν στο σύστημα και θα βγουν στο σφυρί.

Αλλαγές προσώπων

Εντός του έτους υπήρξαν σημαντικές αλλαγές προσώπων σε κρίσιμα πόστα του τραπεζικού συστήματος.

Στην Κεντρική Τράπεζα η Χρυστάλλα Γιωρκάτζη έδωσε σκυτάλη στον μέχρι πρότινος Εκτελεστικό Σύμβουλο και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Κωνσταντίνο Ηροδότου, ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με προκλήσεις όπως η διατήρηση της αναπτυξιακής πορείας της οικονομίας και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και η διαφάνεια.

Στις προτεραιότητές του είναι, επίσης, η μείωση των ΜΕΔ, η εναρμόνιση με τις ευρωπαϊκές ρυθμίσεις και η αλλαγή της δομής του κυπριακού εποπτικού φορέα. Από την πρώτη στιγμή ο κ. Ηροδότου έδωσε το στίγμα του σχετικά με τις απαιτήσεις που θα έχει από τις εμπορικές τράπεζες, ζητώντας με αυστηρότητα λύσεις στα χρόνια ζητήματα, ενώ εγκαινίασε σειρά συναντήσεων με τους τραπεζίτες, προκειμένου να βρεθούν οι χρυσές τομές.

Στην Τράπεζα Κύπρου ο Πανίκος Νικολάου, μέχρι πρότινος επικεφαλής των Κέντρων Μεγάλων Επιχειρήσεων στην Κύπρο, του Διεθνούς Κέντρου Μεγάλων Επιχειρήσεων και Διεθνών Δραστηριοτήτων, καθώς και της Μονάδας Factoring της Τράπεζας, πήρε τα ηνία από τον John Patrick Hourican. Από την πρώτη στιγμή, ο κ. Νικολάου έθεσε ως βασικούς στόχους την ομαλή μείωση του προσωπικού, την οποία πέτυχε σε βαθμό 11% με το πρόσφατο σχέδιο εθελουσίας αποχώρησης, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την μείωση των κόκκινων δανείων, την ανάπτυξη του δανεισμού και τα θέματα κεφαλαιουχικής επάρκειας.

Σε μια προσπάθεια να πετύχει την στροφή των πελατών προς την ψηφιακή εξυπηρέτηση ανακοίνωσε την αύξηση των χρεώσεων σε παραδοσιακές συναλλαγές, κάτι που αναγκάστηκε να πάρει πίσω, μετά τις αντιδράσεις κομμάτων, αλλά και την προσωπική παρέμβαση του Προέδρου του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου.

Σύγκρουση Ελληνικής – ΕΤΥΚ

Τα εργασιακά ζητήματα δυσκόλεψαν την Ελληνική Τράπεζα, καθώς η Ένωση Τραπεζικών Υπαλλήλων Κύπρου (ΕΤΥΚ) πιέζει σε σχέση με τα μισθολογικά ζητήματα που χωρίζουν τις δύο πλευρές και απαιτεί την καταβολή της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ). Οι σχέσεις των δύο έχουν φτάσει στα άκρα, με την συντεχνία να προχωρά μέχρι και σε ποινικές αγωγές κατά της διοίκησης για το θέμα της καταπάτησης των συμφωνιών, αλλά και για εκφοβισμό.

«Πικρό σαν δηλητήριο είναι το διαβατήριο» 

Το «Κυπριακό Επενδυτικό Σχέδιο», κοινώς σχέδιο πολιτογραφήσεων υπηκόων τρίτων χωρών με αντάλλαγμα επενδύσεις, ξεκίνησε το 2008 και γιγαντώθηκε μετά την οικονομική κατάρρευση του 2013, αποτελώντας αιτία για σκληρές αντιπαραθέσεις για πολιτικούς, αναλυτές και κοινωνία, παρά το όφελος που υπήρξε για την αγορά ακινήτων και την κυπριακή οικονομία εν γένει.

Οι μαζικές πολιτογραφήσεις προκάλεσαν τριγμούς στο πολιτικό σκηνικό, καθώς ήρθαν στην επιφάνεια περιπτώσεις πολιτογραφήσεων που είτε δεν πληρούσαν τα κριτήρια, είτε δεν είχαν υπαχθεί σε ορθό έλεγχο, είτε αφορούσαν πρόσωπα που καταζητούνταν διεθνώς για σκάνδαλα εκατομμυρίων, στελέχη δικτατορικών κυβερνήσεων και επιχειρηματίες με ύποπτη δραστηριότητα.

Η τριπλή αναθεώρηση των κριτηρίων (από το ξεκίνημα του Σχεδίου) δεν απέτρεψε το πρόβλημα να εκδηλωθεί και να γιγαντωθεί. Οι βολές των διεθνών ΜΜΕ και παρατηρητηρίων κατά της διαφθοράς και οι αποκαλύψεις του εγχώριου Τύπου για συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως ο Μαλαισιανός Jho Low και τα μέλη του δικτατορικού καθεστώτος της Καμπότζης, ανάγκασαν την Κυβέρνηση να προχωρήσει στην αποστέρηση της υπηκοότητας σε 26 πρόσωπα (επενδυτές και συγγενείς αυτών), αλλά και στον διορισμό τριμελούς επιτροπής για την εξέταση των περιπτώσεων μέχρι το 2018. Μετά τον σάλο, ο Χάρης Γεωργιάδης έθεσε ως ύψιστη προτεραιότητα την διεθνή φήμη και αξιοπιστία της χώρας, παραμερίζοντας την χρησιμότητα του Σχεδίου. Το Κυπριακό Επενδυτικό Σχέδιο, πάντως, συνεχίζει την λειτουργία του, αν και το ενδιαφέρον των επενδυτών έχει μειωθεί αισθητά ήδη από την τελευταία, ως προς το αυστηρότερο, αναθεώρηση των κριτηρίων.

Ο «μπαμπούλας» της επαναφοράς των μισθών στο Δημόσιο

Ως κεραυνός εν αιθρία έπεσε στα γραφεία του Υπουργείου Οικονομικών αλλά και στο Προεδρικό η ομόφωνη απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Δικαστηρίου τον περασμένο Μάρτιο. Σύμφωνα με αυτήν, ο νόμος του 2012 για περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, των υπαλλήλων των ημικρατικών οργανισμών και όσων εργάζονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αλλά και των ωφελημάτων αυτών κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης παραβιάζει το άρθρο 23 του Συντάγματος που αφορά την προστασία του δικαιώματος ιδιοκτησίας.

Οι τριγμοί ήρθαν λόγω της εκτίμησης ότι, ακόμα και μετά την οικονομική ανάκαμψη που γνώρισε η κυπριακή οικονομία τα τελευταία χρόνια, το κόστος είναι δυσβάσταχτο για τον κρατικό προϋπολογισμό. Η εξοικονόμηση του κράτους από τις περικοπές υπολογίζεται σε €3 δισ., ενώ οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για κόστος της τάξεως των €40 εκ. αναδρομικά, ενώ στην συνέχεια για την τετραετία 2018-2022 το κόστος θα ανέλθει σωρευτικά σε €800 εκ. το χρόνο. Ωστόσο, τα ποσά διαμορφώνονται αναλόγως με το ποιες κατηγορίες υπαλλήλων θα δικαιωθούν τελεσιδίκως, αλλά και αν η απόφαση συμπεριλάβει μόνον όσους έχουν προσφύγει στην δικαιοσύνη ή το σύνολο των επηρεαζομένων.

Η Νομική Υπηρεσία, ως νομικός σύμβουλος του κράτους, κατέθεσε έφεση κατά της απόφασης, στέλνοντας την διαδικασία στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο συνεδρίασε στα τέλη Οκτωβρίου. Την 1η Νοεμβρίου, μετά το πέρας της διαδικασίας, οι δικαστές αποφάσισαν να επιφυλαχθούν της απόφασής τους για το εγγύς μέλλον. Μέχρι σήμερα, δεν έχουν υπάρξει ανακοινώσεις.

Ο τουρισμός «έκοψε πίσω»

Αν και το 2019, όπως και τα προηγούμενα έτη, αποτέλεσε μεν πολύ καλή χρονιά για τον κυπριακό Τουρισμό, οι επιδόσεις ήταν οριακές. Σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, οι τουριστικές αφίξεις για το εννεάμηνο του 2019 ήταν μόλις 0,6% πιο πάνω, ενώ οι επαγγελματίες της βιομηχανίας βλέπουν τα έσοδά τους να παίρνουν αρνητική ροπή, παρά την οριακή άνοδο 0,8% που κατέγραψαν τον περασμένο Αύγουστο, σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία.

Τα αίτια, ωστόσο, είναι συγκεκριμένα. Αφενός, η μεγάλη αβεβαιότητα που επεκτάθηκε και φέτος σε σχέση με το Brexit έκανε την μεγαλύτερη δεξαμενή τουριστών για την Κύπρο, το Ηνωμένο Βασίλειο, να τηρήσει στάση άμυνας. Από την άλλην, η ανάνηψη των ανταγωνιστικών αγορών, όπως η Τουρκία, το Ισραήλ και η Αίγυπτος, οι οποίες μαστίζονταν τα προηγούμενα χρόνια από σοβαρά προβλήματα, «τράβηξε πελάτες» σε άλλους προορισμούς, οικονομικότερους και με περισσότερες επιλογές. Επιπλέον, οι επαγγελματίες αναγκάστηκαν εν πολλοίς να διατηρήσουν υψηλά τις τιμές τους, καθώς οι επενδύσεις των προηγούμενων ετών απαιτούν αποσβέσεις, με το κόστος να είναι υψηλό και οι απαιτήσεις υψηλότερες.

Βαθιές πληγές από την κατάρρευση της Thomas Cook

Βασικό πλήγμα, ωστόσο, το οποίο αναμένεται να διατηρήσει ζεστές τις πληγές του κυπριακού Τουρισμού και τα επόμενα χρόνια είναι η χρεοκοπία της ιστορικότερης εταιρίας ταξιδιών στον κόσμο μαζί με τις θυγατρικές της: της Thomas Cook. Ο συναγερμός σήμανε στις 23 Σεπτεμβρίου, μετά από γιγαντιαία τρύπα διαρκείας στους ισολογισμούς της, η οποία δεν βρήκε επενδυτές να την καλύψουν.

Σύμφωνα με τον Υφυπουργό Τουρισμού, Σάββα Περδίο, η Κύπρος βρέθηκε από την μια μέρα στην άλλη να χάνει 250.000 επισκέπτες ετησίως, ενώ οι ξενοδόχοι συνολικές απώλειες της τάξεως των €30 εκ., μετά την διάσωση της τελευταίας στιγμής για την θυγατρική Condror.

Πόλεμος στην ξενοδοχειακή βιομηχανία

Εργασιακή αναταραχή προέκυψε το περασμένο φθινόπωρο, όταν οι συντεχνίες αξίωσαν ανανέωση της συλλογικής σύμβασης εργασίας στην ξενοδοχειακή βιομηχανία μαζί με άλλα αιτήματα οικονομικής και ωραριακής φύσεως, με τους εργοδότες να αντιδρούν, με το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει ακόμα η οικονομική δυνατότητα. Οι δύο πλευρές ήρθαν σε σύγκρουση, με την Υπουργό  Εργασίας Ζέτα Αιμιλιανίδου να αναλαμβάνει ρόλο διαμεσολαβητή.

Οι διαπραγματεύσεις ήταν μαραθώνιες και κατέληξαν σε συμβιβαστική πρόταση, την οποία οι ηγεσίες των δύο πλευρών δεσμεύτηκαν ότι θα περάσουν από τα συλλογικά τους όργανα. Η πτώχευση της Thomas Cook, ωστόσο, έφερε νέους φόβους και οδήγησε την διαδικασία ένα βήμα πριν από νέα κατάρρευση. H καλή θέληση των δύο πλευρών και η αυστηρή στάση της Υπουργού, προκειμένου να μην διαταραχθεί η εργατική ειρήνη, κατέληξε τελικά σε συμφωνία και υπογραφές στα τέλγ του Δεκεμβρίου.

Το αρμυρό στοίχημα της Ναυτιλίας

Το μεγάλο στοίχημα της Ναυτιλίας στην Κύπρο κερδίζεται με εκ των πραγμάτων αργούς ρυθμούς, αλλά τα οφέλη είναι μεγάλα και μακροπρόθεσμα. Σημαντικό όπλο προς αυτή την κατεύθυνση είναι το Υφυπουργείο Ναυτιλίας. Την χρονιά που μας πέρασε, οι ναυτιλιακές εταιρίες υπό κυπριακή σημαία ανέβηκαν σε περισσότερες από 220, ενώ όταν ξεκίνησε το Υφυπουργείο ήταν 168. Ο στόλος έχει σταθερή αυξητική πορεία και η χωρητικότητά του έχει υπερβεί τους 24,5 κόρους (gross register tons).

Παράλληλα, το «οικοσύστημα» της ναυτιλίας αρχίζει και αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς: νέες εταιρίες υποστήριξης, επικοινωνίας, τεχνολογιών, εξοπλισμού, ασφαλιστικές, μεσίτες και άλλες ειδικότητες έχουν μπει στο παιγνίδι, κάτι που δυναμώνει την βιομηχανία στο σύνολό της. Όσον αφορά τα έσοδα από πλοιοδιαχείριση, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, η αύξηση από το 2017 στο 2018 ήταν ραγδαία φτάνοντας το 9% και το  €1 δισ., ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2019 υπήρξε ελαφρά μείωση της τάξεως του 1%, κάτι που αιτιολογείται από τις προηγούμενες υπερεπιδόσεις.

Σημαντική θα πρέπει να θεωρείται και η δημιουργία του Κέντρου Αριστείας Θαλάσσιας και Ναυτικής Έρευνας Καινοτομίας και Τεχνολογίας στην Λάρνακα, το οποίο βρίσκεται στο στάδιο της στελέχωσης και αναμένεται να αρχίσει τις εργασίες του εντός του 2020. Τέλος, προσδοκίες για μεγαλύτερη συνδεσιμότητα έχει δημιουργήσει η προσπάθεια για ακτοπλοϊκή σύνδεση με την Ελλάδα.

Υφυπουργείο Καινοτομίας και Έρευνας

Ένα μεγάλο βήμα για τον εκσυγχρονισμό της κυβερνητικής πολιτικής σε θέματα έρευνας και καινοτομίας έκανε η Κυβέρνηση την χρονιά που μας πέρασε. Προκειμένου να γίνουν οι σχεδιασμοί και η υλοποίηση του νέου Υφυπουργείου Έρευνας και Καινοτομίας, το οποίο θα πάρει σάρκα και οστά μέχρι τα μέσα του 2020, το πάλαι ποτέ Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας (ΙΠΕ) μετασχηματίστηκε σε Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΙδΕΚ), με νέο Διοικητικό Συμβούλιο, νέα δομή και αποστολή προσανατολισμένη στις πραγματικές προκλήσεις της νέας εποχής. Πρόεδρος και Επικεφαλής Επιστήμονας τέθηκε ο Κυριάκος Κόκκινος. Το νέο Υφυπουργείο θα έχει προσωπικό 220 ατόμων, θα υπάγεται απ’ ευθείας στο Προεδρικό και αναμένεται να συμβάλει καθοριστικά στην προσέλκυση, τον συντονισμό και την υλοποίηση σημαντικών έργων.

Ο Γολγοθάς του χαλουμιού

Μετά το σοκ που υπέστη η κυπριακή κοινωνία τον Δεκέμβριο του 2018, αλλά και η Κυβέρνηση και οι παράγοντες της αγοράς για την απώλεια του εμπορικού σήματος του χαλουμιού στο Ηνωμένο Βασίλειο, λόγω «ολιγωρίας» συγκεκριμένων δημοσίων υπαλλήλων, το χαρακτηριστικότερο προϊόν της Κύπρου συνεχίζει τον Γολγοθά του με διάφορους τρόπους. Ευτυχώς, το κοινοτικό εμπορικό σήμα διασφαλίστηκε, μετά την απόσυρση των όποιων ενστάσεων, κι έτσι παραμένει κατοχυρωμένο στο ευρωπαϊκό γραφείο πνευματικής ιδιοκτησίας, κάτι που σύμφωνα με την κυβέρνηση καλύπτει και την βρετανική αγορά. Όπως ισχυρίζεται το Υπουργείο Εμπορίου, οι εν λόγω εξελίξεις δεν επηρέασαν την εξαγωγιμότητα του χαλουμιού, οι οποίες αγγίζουν τα €200 εκ. ετησίως.

Όσον αφορά στην προσπάθεια για την κατοχύρωση του χαλουμιού ως προϊόντος Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), το θρίλερ συνεχίζεται, καθώς, ενώ μέσα στην χρονιά υπήρξαν ενδείξεις ότι το ζήτημα κλείνει, προβλήματα με την ελεύθερη διακίνηση στο σύνολο του νησιού, καθώς και με τους ελέγχους στα οδοφράγματα, έκαναν το θέμα να κολλήσει. Πλέον, αναμένεται η νέα επιτροπή γεωργίας της Κομισιόν να αναλάβει την διαχείριση του φακέλου στις αρχές του 2020.