Μετά την διάσπαση του Συνεργατισμού, το τραπεζικό τοπίο στην Κύπρο άλλαξε εκ βάθρων. Οι δύο μεγάλες τράπεζες, Τράπεζα Κύπρου και Ελληνική Τράπεζα, έχουν ενώπιόν τους μία μεγάλη τραπεζική πίττα την οποία καλούνται να διαχειριστούν με τον καλύτερο δυνατό και βιώσιμο τρόπο.
Οι δύο μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας θέλουν να συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται ανταγωνιστικά, αλλά δίχως η μία να βάζει τρικλοποδιά στην άλλη. Ιδίως σε ένα περιβάλλον με χαμηλά επιτόκια, με δανεισμό μόνο σε βιώσιμους δανειολήπτες και που οσονούπω θα βρεθούν αντιμέτωπες με τεχνολογικούς κολοσσούς που θα προσφέρουν τραπεζικές εργασίες.
Δύο γεγονότα όμως φαίνεται να διαχώρισαν και επισήμως τα επιχειρηματικά μοντέλα που ακολουθούν οι δύο τράπεζες. Η πώληση του Συνεργατισμού και η έλευση του Πανίκου Νικολάου ως CEO της Τράπεζας Κύπρου. Tο επιχειρηματικό μοντέλο της Τράπεζας Κύπρου, αλλάζει και είναι γεγονός. Ο Πανίκος Νικολάου, όπως αφήνεται να διαρρεύσει, δεν πιστεύει σε ένα μοντέλο τράπεζας με οικιστικά, καταναλωτικά και άλλα μικρά δάνεια (retail) και πιστεύει πως το όραμα και το μοντέλο της Τράπεζας είναι τα επιχειρηματικά δάνεια (corporate). Με αυτή τη θέση, μπαίνει και μία «ταφόπλακα» στο όραμα που είχε ο Ηλιάδης για την Τράπεζα Κύπρου, πως δηλαδή η Τράπεζα θα πρέπει να είναι η τράπεζα για τον κάθε Κύπριο. Το «μπακράουντ» εξάλλου του Πανίκου Νικολάου στην Τράπεζα, καταδεικνύει τη στρατηγική στην οποία επικεντρώνεται η Τράπεζα.
Όπως γράφει στο βιογραφικό του, διετέλεσε Διευθυντής Διεύθυνσης Μεγάλων Επιχειρήσεων από τον Ιούνιο του 2016 μέχρι τον Αύγουστο του 2019, περίοδο κατά την οποία είχε την εποπτεία των Κέντρων Μεγάλων Επιχειρήσεων σε όλη την Κύπρο, του Διεθνούς Κέντρου Μεγάλων Επιχειρήσεων, των Διεθνών Δραστηριοτήτων και της Μονάδας Factoring της Τράπεζας Κύπρου. Και δεν είναι μόνο αυτό. Μία τα τελευταία γεγονότα με τις χρεώσεις στα ταμεία της Τράπεζας Κύπρου από το νέο έτος, μία οι προχωρημένες διαδικασίες για πώληση των μη εξυπηρετούμενων του Helix 2 που εμπεριέχονται στο πακέτο και καταναλωτικά δάνεια, ενισχύουν ακόμα περισσότερο την παραπάνω θέση. Εξάλλου, το μοντέλο της λιανικής τραπεζικής δεν αποδείχτηκε πολύ καλό για την Τράπεζα Κύπρου.
Τα πλείστα μη εξυπηρετούμενα δάνεια δημιουργήθηκαν από «retail» δάνεια, ενώ όσα ΜΕΔ έγιναν από «corporate» δάνεια, διορθώθηκε η ζημιά με αναδιαρθρώσεις των μεγάλων δανειοληπτών. Υπενθυμίζεται πως και η δημιουργία της Remu, της ειδικής μονάδας για τα αποκτηθέντα ακίνητα μέσω της διαδικασίας ανταλλαγής χρέους προς ακίνητη περιουσία, δημιουργήθηκε λόγω αυτών των αναδιαρθρώσεων των μεγάλων δανειοληπτών.
Το τερπνόν…
Το να γυρίσει η Τράπεζα Κύπρου την στρατηγική της στα επιχειρηματικά δάνεια είναι θεμιτό και επιχειρηματική τακτική (business model). Για την Ελληνική Τράπεζα όμως η αλλαγή σε μοντέλο λιανικής ήταν επιτακτικό. Το χαρτοφυλάκιο που απέκτησε από τα υγιή στοιχεία της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας ήταν πέραν του 90% εξυπηρετούμενων δανείων λιανικής τραπεζικής. Άλλωστε και η ίδια η τράπεζα κατέστησε σαφές από την πρώτη στιγμή που έλαβε το χαρτοφυλάκιο πως η Ελληνική Τράπεζα είναι η μεγαλύτερη τράπεζα λιανικής τραπεζικής στην Κύπρο.
Το χαρτοφυλάκιο που έλαβε για αρκετούς μπορεί να θεωρηθεί και «ευχή και κατάρα», ωστόσο, οι τράπεζες πλέον δεν λειτουργούν στο περιβάλλον που λειτουργούσαν στα προ κρίσης χρόνια. Με τον άκρατο δανεισμό και τις μη επαρκείς εξασφαλίσεις, γεγονός που τις έφερε και στη θέση που βρίσκονται σήμερα με μη εξυπηρετούμενα δάνεια που είναι πολύ πάνω από το μέσο όρο άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών. Πολλοί όμως θα πουν πως η Ελληνική Τράπεζα καθόρισε με αυτό τον τρόπο το επιχειρηματικό της μοντέλο που θα κινηθεί στα επόμενα χρόνια, μία τράπεζα η οποία προ Συνεργατισμού δεν είχε ξεκάθαρο μοντέλο. Πάντα είχε το ρόλο μίας μικρής τράπεζας «ρυθμιστή», που «ακροβατούσε» μεταξύ των αποφάσεων Τράπεζας Κύπρου και Συνεργατικής Κυπριακής.
Όπως και να έχει, Τράπεζα Κύπρου και Ελληνική Τράπεζα από εδώ και πέρα έχουν διαγράψει διαφορετικές πορείες που μέσα στο μικρό περιβάλλον δραστηριοποίησης της Κύπρου δίνει και στις δύο περιθώριο επαρκούς κερδοφορίας και βιωσιμότητας μέχρι να αντιμετωπίσουν τον πραγματικό εχθρό – πρόκληση, την τεχνολογία.
Ο πραγματικός εχθρός
Τράπεζα Κύπρου και Ελληνική Τράπεζα θα πρέπει να επικεντρωθούν σθεναρά στην ανάπτυξη των τεχνολογιών τους. Παρόλο που τα μοντέλα λειτουργίας τους όπως αποδεικνύεται θα είναι διαφορετικά και οι δύο θα έχουν να αντιμετωπίσουν μεγάλες τεχνολογικά προηγμένες εταιρείες, οι οποίες μεταξύ άλλων θα προσφέρουν και τραπεζικές υπηρεσίες δίχως να κρατούν όμως καταθέσεις. Η δομική διαφορά θα είναι αυτή, γι’ αυτό και οι κανονιστικές τους απαιτήσεις θα διαφέρουν πολύ σε σχέση με τις κανονιστικές απαιτήσεις των παραδοσιακών τραπεζών που κρατούν καταθέσεις.
Υπάρχουν μικρά βήματα τεχνολογικής ανάπτυξης και από τις δύο τράπεζες, ιδίως τώρα που επετράπη και στην Κύπρο το ApplePay (από τον Αύγουστο έχει επιτραπεί) και βλέπουμε ουσιαστικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Ωστόσο, οι δύο τράπεζες θα πρέπει να καλύψουν πολλά χιλιόμετρα ώστε να φτάσουν στα επίπεδα τεχνολογίας των τεχνολογικών κολοσσών όπως για παράδειγμα Amazon και Google.
Οι δικαιολογίες
Η στροφή στις χρεώσεις των πολιτών για παραδοσιακές συναλλαγές, έναντι συναλλαγών που μέχρι τώρα δεν χρεώνονταν λόγω τεχνολογικών αναβαθμίσεων, κρίνονται από μεγάλη μερίδα του κόσμου ως προφάσεις και φθηνές δικαιολογίες. Θα πρέπει να εξηγήσουν σε μεγάλη μερίδα πολιτών γιατί προχωρούν σε χρεώσεις οι τράπεζες, την ώρα που οι παροχές τους και οι υπηρεσίες τους είναι πανομοιότυπες με αυτές που θα γίνονταν την προηγούμενη ημέρα. Για παράδειγμα, η Τράπεζα Κύπρου συζητά να χρεώνει στο τράβηγμα χρημάτων εντός του καταστήματος αναλόγως του ποσού της ανάληψης που θα προχωρήσει από αρχές Ιανουαρίου.
Αρκετοί λοιπόν, διερωτώνται –και ορθώς- γιατί να χρεώσει η Τράπεζα την ανάληψη όταν μία ημέρα πριν προσέφερε την ίδια ακριβώς υπηρεσία δίχως χρέωση και δίχως να έχει αλλάξει κάτι. Οι τράπεζες χρεώνουν για ανανεωμένες υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν στους πελάτες τους και όχι για υπηρεσίες που είναι ακριβώς ίδιες ή με την πρόφαση ότι θα τις αλλάξουν στο μέλλον. Πρώτα πρέπει να γίνουν οι αλλαγές και μετά να προχωρήσουν σε χρεώσεις, όταν μάλιστα η τραπεζική κρίση είναι ακόμα νωπή.