Την ανάγκη συνέχισης της συνετούς δημοσιονομικής πολιτικής και της διατήρησης αποθεμάτων, καθώς η Κύπρος ως μια μικρή ανοικτή οικονομία είναι ευάλωτη σε εξωτερικούς κινδύνους που παραμονεύουν όπως τους εμπορικούς πολέμους και το Brexit, επεσήμανε ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), Ρολφ Στράουχ.#neaxak(l) #neaxak(f) #neaxak(t)
Σε συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ, ο κ. Στράουχ, σημείωσε πως παρά την δραστική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) στον τραπεζικό τομέα, η οποία ανέρχεται στο 60%, τα κόκκινα δάνεια αποτελούν την πιο άμεση πρόκληση, καθώς αντιστοιχούν στο 50% του κυπριακού ΑΕΠ, επιβαρύνοντας την οικονομία.
Ο Γερμανός αναλυτής επανέλαβε πως η Κύπρος αποτελεί μια από τις «ιστορίες επιτυχίας», καθώς μετά την οικονομική κρίση παρουσιάζει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, με την επέκταση του κυπριακού ΑΕΠ να καταγράφει μια επιβράδυνση στο επίπεδο του 3%, ένα φαινόμενο που, ωστόσο, δεν περιορίζεται μόνο στην Κύπρο, όπως είπε.
«Αυτό δεν αντανακλά οικονομική αδυναμία. Το βλέπουμε ως συγκράτηση της ανάπτυξης στο πλαίσιο μιας φάσης ομαλοποίησης ύστερα από χρόνια ανάπτυξης πάνω του δυνητικού ρυθμού, που οδηγεί σε μια επιβράδυνση, που ισχύει επίσης και για άλλες οικονομίες της ευρωζώνης και για την ευρωζώνη στο σύνολό της», εξήγησε.
Eξήρε την «καλή δουλειά» των κυπριακών αρχών στην προσέλκυση επενδύσεων και στην αύξηση της απασχόλησης, παράγοντες οι οποίοι αποτελούν σημαντικούς κινητήριους άξονες για την ανάπτυξη, για να προσθέσει ωστόσο πως παραμένουν ακόμη αδυναμίες, ειδικότερα το υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος και τα ΜΕΔ.
Συνέστησε προσοχή σε ό,τι αφορά την οικονομική διαχείριση, καθώς ως μια μικρή και ανοικτή οικονομία, η Κύπρος εκτίθεται σε εξωτερικούς κινδύνους, όπως τους εμπορικούς πολέμους, το Brexit και τις διακυμάνσεις νομισμάτων όπως το ρωσικό ρούβλι και την τουρκική λίρα.
«Αυτοί οι εξωτερικοί κίνδυνοι ενδεχομένως να επηρεάσουν την ανάπτυξη της χώρας και από αυτή την οπτική, είναι εύλογο να υπάρχει συνετή πολιτική και να διατηρούνται δημοσιονομικά αποθέματα», τόνισε.
Ερωτηθείς για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η οικονομία, ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΕΜΣ ανέδειξε το υψηλό χρέος, την διαφοροποίηση της δομής της οικονομίας και φυσικά τα ΜΕΔ.
Για το δημόσιο χρέος, ο κ. Στράουχ είπε πως παραμένει ψηλό, αλλά ήδη μειώνεται και αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική του πορεία, που «αποτελεί καλό επίτευγμα».
Αναφέρθηκε επίσης σε πρωτοβουλίες για διαφοροποίηση της οικονομίας και την προώθηση άλλων τομέων που δεν είναι τόσο αναπτυγμένοι, όπως την εκπαίδευση και την ενέργεια.
«Οι χώρες που μπορούν να διαφοροποιήσουν την οικονομική δομή τους, μειώνουν τις αδυναμίες και μπορούν να διατηρηθούν σε μια καλή αναπτυξιακή τροχιά», επεσήμανε.
Βαρίδι τα ΜΕΔ
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Στράουχ παρατήρησε πως η μείωση των κόκκινων δανείων αποτελεί την πιο άμεση πρόκληση, η οποία χρήζει προσοχής.
Όπως είπε, τα ΜΕΔ στους ισολογισμούς των τραπεζών έχουν υποχωρήσει δραστικά τα τελευταία χρόνια, με την μείωση να φτάνει στο 60%. «Ταυτόχρονα όμως το μέγεθος τους ανέρχεται περίπου στο 50% του ΑΕΠ. Αυτό είναι ξεκάθαρα πολύ υψηλό», υπογράμμισε.
Σε παρατήρηση ότι τα ΜΕΔ μεταφέρονται εκτός του τραπεζικού συστήματος, αλλά το ιδιωτικό χρέος παραμένει σε ψηλά επίπεδα, ο κ. Στράουχ αναφέρθηκε στις τρεις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για μείωση των ΜΕΔ και ειδικότερα στην πώληση της κρατικής πρώην Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας, το σχέδιο ΕΣΤΙΑ για επιδότηση δόσεων για μη εξυπηρετούμενα δάνεια με εξασφάλιση την πρώτη κατοικία και την μεταρρύθμιση του νομοθετικού πλαισίου για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων.
«Οι τράπεζες αναφέρουν τα πρώτα θετικά σημάδια του βελτιωμένου νόμου για την αφερεγγυότητα, τις εκποιήσεις και την πώληση δανείων», είπε, σημειώνοντας ότι η κύρια μείωση των ΜΕΔ πέρσι προήλθε από την πώληση του Συνεργατισμού στην Ελληνική Τράπεζα (με την Συνεργατική να μετατρέπεται σε φορέα διαχείρισης κόκκινων δανείων αξίας €5,8 δις) και την πώληση ΜΕΔ από την Τράπεζα Κύπρου.
«Ελπίζουμε ότι η πώληση δανείων μπορεί να αποτελέσει την αρχή για την ανάπτυξη αγοράς κόκκινων δανείων. Λήφθηκαν μέτρα πολιτικής για την ανάπτυξη της αγοράς αλλά, στην τελική, η ευθύνη βρίσκεται στις τράπεζες», είπε.
Απαντώντας σε ερώτηση για τους φόβους ότι η μεταφορά κόκκινων δανείων από τις τράπεζες σε εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων μπορεί να οδηγήσει σε μαζικές εκποιήσεις, ο Γερμανός οικονομολόγος είπε πως οι τράπεζες πρέπει να συμμορφώνονται με τις εποπτικές απαιτήσεις που τους δίνονται, που απαιτούν μια αποτελεσματική διαχείριση των ΜΕΔ, σημειώνοντας πως το κυβερνητικό σχέδιο ΕΣΤΙΑ αφορά πρώτα και κύρια στην προστασία των ιδιοκτητών κύριας κατοικίας.
Πάντως, ενόψει της εφαρμογής του ΕΣΤΙΑ, ο κ. Στράουχ είπε πως «πρέπει να δούμε ότι διασφαλίζει μια ορθή κουλτούρα αποπληρωμής» και σημείωσε ότι θα συνεχίσουμε να αξιολογούμε την κατάσταση και θα ζητήσουμε ενημέρωση από την κυβέρνηση και την Κεντρική Τράπεζα για το θέμα.
Αποκλίνει από τους τους στόχους της η Ελλάδα
Σε ερώτηση αν η Ελλάδα οδεύει προς δημοσιονομικό εκτροχιασμό έπειτα από τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση Αλέξη Τσίπρα, ο κ. Στράουχ επανέλαβε τις ανησυχίες του επικεφαλής του Μηχανισμού Κλάους Ρέγκλινγκ, σημειώνοντας πως ήδη το σπρεντ των ελληνικών ομολόγων από το αντίστοιχο γερμανικό αυξήθηκε κατά 50 μονάδες βάσης, καθώς οι αγορές είναι προσεκτικές στην αποφυγή κινδύνων που σχετίζονται με χώρες για τις οποίες δεν έχουν σαφή εικόνα για την πορεία της οικονομικής πολιτικής.
«Αν και δεν έχουμε τελική εκτίμηση των μέτρων, αυτό που μας ανησυχεί είναι ότι βάσει της προκαταρκτικής μας ανάλυσης, η Ελλάδα δεν θα πετύχει το συμφωνημένο στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% με σημαντική διαφορά», είπε, συμπληρώνοντας πως για το 2020 ο αντίκτυπος είναι πιο δύσκολο να προβλεφθεί αλλά αν τα εξαγγελθέντα μέτρα εφαρμοστούν το θέμα μπορεί να πάρει περισσότερες διαστάσεις.
Σημείωσε εξάλλου πως από τη σκοπιά του ΕΜΣ, τα μέτρα αυτά δεν είναι φιλικά προς την ανάπτυξη τόσο σε μεσοπρόθεσμο όσο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. «Μπορεί να βοηθήσουν την βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη αλλά η εικόνα διαφέρει σε μεσοπρόθεσμο μακροπρόθεσμο ορίζοντα και αυτό για μας, ως ο μεγαλύτερος μακροχρόνιος δανειστής της Ελλάδας, αποτελεί θέμα ανησυχίας», συμπλήρωσε.
Υπερβολικοί οι φόβοι για ύφεση στην Ευρωζώνη
Ερωτηθείς για την πορεία της οικονομίας στην ευρωζώνη και τις ανησυχίες για αρνητικό αντίκτυπο από τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, ο κ. Στράουχ είπε πως δεν η Ευρωζώνη δεν οδεύει άμεσα προς ύφεση, αλλά προβλέπεται μια ομαλοποίηση της ανάπτυξης, καθώς καταγράφεται μια ωρίμανση του οικονομικού κύκλου.
Αναγνώρισε ότι υπάρχουν καθοδικοί εξωτερικοί κίνδυνοι, αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν και ενδείξεις ανθεκτικότητας στην εγχώρια οικονομία, που καθοδηγούνται από την απασχόληση, τους μισθούς και την κατανάλωση.
Oι εμπορικοί πόλεμοι επηρεάζουν μια οικονομία όχι μόνο άμεσα μέσω της επιβολής κυρώσεων, αλλά και έμμεσα μέσω της αβεβαιότητας που μπορεί να υπονομεύσει τις επενδύσεις, είπε ο κ. Στράουχ και συμπλήρωσε: «Οι άμεσοι φόβοι για μια ύφεση είναι σίγουρα υπερβολικοί, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί και συνετοί».
Πάντως, ερωτηθείς αν η Ευρώπη είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει μια νέα ύφεση, ο κ. Στράουχ είπε η βασική διαφορά από το 2009 είναι η ενίσχυση του ΕΜΣ σε συνδυασμό με τη θέσπιση της τραπεζικής ένωσης, που ενισχύει σημαντικά την θεσμική υποδομή της ΕΕ. Η Σύνοδος για το Ευρώ τον περασμένο Δεκέμβριο, πέραν της ενίσχυσης του ΕΜΣ αποφάσισε να ολοκληρώσει την τραπεζική ένωση με την θέσπιση του συστήματος εγγύησης καταθέσεων αλλά και τη συζήτηση ενός προϋπολογισμού για την ευρωζώνη, ο οποίος θα ενισχύει την ανταγωνιστικότητα και τη σύγκλιση, που θα προσθέσει «άλλο ένα επίπεδο ανθεκτικότητας», όπως είπε.
Αναφορικά με την μεταρρύθμιση του ΕΜΣ, ο κ. Στράουχ είπε πως στο παρόν στάδιο τυγχάνει επεξεργασίας ένα προσχέδιο συνθήκης για μια διευρυμένη εντολή, με σημαντικότερα στοιχεία το ότι ο Μηχανισμός θα αποτελεί τον χρηματοδοτικό βραχίονα του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης, ενώ πλέον ο ΕΜΣ μαζί με την Κομισιόν θα διαπραγματεύεται, θα σχεδιάζει και θα παρακολουθεί την εφαρμογή μελλοντικών προγραμμάτων στήριξης. Υπό εξέταση βρίσκεται επίσης η χρηματοπιστωτική εργαλειοθήκη του ΕΜΣ για πιο αποτελεσματικές προληπτικές πιστωτικές γραμμές, έτσι ώστε να στηρίζονται χώρες που επηρεάζονται από ενδεχόμενη μετάδοση της κρίσης, ενώ άλλες χώρες ζητούν περισσότερη καθαρότητα για την αντιμετώπισης θεμάτων βιωσιμότητας χρέους.
Ερωτηθείς αν συμφωνεί ότι αποτελεί παραδοξότητα ότι εφαρμόστηκαν οι δύο πυλώνες της Τραπεζικής Ένωσης, (εποπτεία και εξυγίανση), ενώ απουσιάζει ο τρίτος πυλώνας, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εγγύησης Καταθέσεων, ο κ. Στράουχ είπε πως είναι σαφές πως η Τραπεζική Ένωση θα έπρεπε να έχει τρεις πυλώνες.
«Το να έχεις ένα κοινό σύστημα εγγύησης καταθέσεων ύστερα από την περαιτέρω και κατάλληλη μείωση του ρίσκου είναι γενικά ευεργετική, βοηθά στην αποφυγή φυγής καταθέσεων και παρέχει ένα επίπεδο προστασίας στους καταθέτες. Τα προγράμματα του ΕΜΣ θα ήταν μικρότερα αν κατά τη διάρκεια της κρίσης υπήρχε τέτοια εγγύηση, διότι σημαντικά ποσά καταβλήθηκαν στην ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι ένα κοινό σύστημα εγγύησης καταθέσεων προσθέτει σταθερότητα στην ευρωζώνη», είπε.
Επεσήμανε ωστόσο πως αυτό συζητείται είναι οι προϋποθέσεις για τη θέσπιση του συστήματος. «Πρέπει να υπάρξει συμφωνία στη μείωση του ρίσκου προτού οι χώρες ενταχθούν από κοινού στο σχέδιο», συμπλήρωσε.
Αναγνώρισε ότι έγιναν πολλά από πλευράς μείωσης των κινδύνων από την οικονομική κρίση, μειώθηκαν τα ΜΕΔ, οι τράπεζες είναι πιο ασφαλείς μέσω αύξησης κεφαλαίων και του κτισίματος επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) , αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν χώρες όπως η Κύπρος όπου τα ΜΕΔ είναι σε πολύ ψηλά επίπεδα.
«Είναι θέμα του πόσο μακριά θέλεις να πας (σε ό,τι αφορά τη μείωση του ρίσκου). Σε τελική ανάλυση πρέπει να συμφωνήσουμε επί των προϋποθέσεων έτσι όλοι να ενταχθούν στο κοινό σύστημα εγγύησης καταθέσεων», είπε.
Ερωτηθείς, τέλος, για τις φωνές περί αλλαγής των κοινών δημοσιονομικών κανόνων καθότι αυτοί προωθούν λιτότητα στα κράτη – μέλη της ευρωζώνης σπρώχνοντας στον πολιτικό εξτρεμισμό, ο κ. Στράουχ είπε πως υπάρχει εύλογη αιτία για εξέταση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων, οι οποίοι μετά την κρίση έχουν γίνει «πιο περίπλοκοι με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να κοινοποιηθούν και συνεπώς λιγότερο αποτελεσματικοί».
Το σημαντικό, κατά τον κ. Στράουχ, είναι οι χώρες να δημιουργούν δημοσιονομικό χώρο σε καλούς καιρούς έτσι ώστε τα κράτη να έχουν την ικανότητα να αυξήσουν τις δαπάνες σε κακές εποχές.
Πηγή: ΚΥΠΕ