Την εκτίμηση πως οι Έλληνες δεν έχουν νιώσει την έξοδο απο τα Μνημόνια διατυπώνει σε συνέντευξή του στο MyPortal.gr o Γιάννης Βοτσαρίδης, Chairman & CEO της INTERLIFE Α.Α.Ε.Γ.Α.
“Η Υπερφορολόγηση, η κάθετη περικοπή των Δημοσίων Επενδύσεων, η μη πληρωμή των υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τρίτους, η Τραπεζική δυστοκία που πνίγει τις Επενδύσεις και, κυρίως, ο πολύχρονος εγκλωβισμός της χώρας στην υποχρέωση Υπερπλεονασμάτων κατηγορίας 3,5%, δε νομίζω ότι αφήνουν περιθώρια πανηγυρισμών”, αναφέρει.
Ο κ. Βοτσαρίδης επισημαίνει πως στην μεταμνημονιακή περίοδο πρέπει να συνυπάρξουν η Ιδιωτική και η Δημόσια Ασφάλιση Υγείας, ώστε να βελτιωθούν οριζόντια και σε μεγάλα στρώματα του πληθυσμού οι σχετικές παροχές. Τονίζει δε πως τα ιδιωτικά προγράμματα Υγείας στην Ελλάδα είναι είναι κατά 50%-60% φθηνότερα από τα αντίστοιχα στις περισσότερες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.
Η κρίση και τα προβλήματα που ανέδειξε στο δημόσιο σύστημα υγείας και ασφάλισης ήταν μια “χρυσή ευκαιρία” για την ιδιωτική ασφάλιση στη χώρα μας;
Η Κρίση έφερε στο προσκήνιο την ανεπάρκεια της Δημόσιας Υγείας στην Ελλάδα, η οποία στα χρόνια του Μνημονίου επιδεινώθηκε με τις περικοπές των Δημόσιων Ταμείων και στις παροχές των ασφαλισμένων αλλά και στη χρηματοδότηση των Νοσοκομείων. Σωστά παρατηρείτε, λοιπόν, ότι δόθηκε ευκαιρία στην Ιδιωτική Ασφάλιση να αναδείξει την ποιότητα παροχής Υπηρεσιών με το συγκριτικά χαμηλό κόστος που τη διακρίνει σε σχέση με τις Δημόσιες παροχές – στοιχεία που πυροδότησαν και την έντονη άνοδο στις πωλήσεις Ιδιωτικών Ασφαλιστικών Πακέτων την τελευταία δεκαετία στη χώρα μας. Ωστόσο, ο Κλάδος της Ιδιωτικής Ασφάλισης Υγείας είχε αναλογικά υψηλό μερίδιο στη χώρα μας ακόμη από τη δεκαετία του ΄70. Και βέβαια, έχει πολύ υψηλό μερίδιο στη Δυτική Ευρώπη, όπου, όμως, υπάρχει διαχρονική κουλτούρα συνεργασίας Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα στις Υπηρεσίες Υγείας. Πιστεύω ότι ανάλογη κουλτούρα πρέπει να αναπτυχθεί και στην Ελλάδα. Τώρα, που διαφαίνεται μια προοπτική εξόδου από την Κρίση, είναι ευκαιρία να συνυπάρξουν η Ιδιωτική και η Δημόσια Ασφάλιση Υγείας, ώστε να βελτιωθούν οριζόντια και σε μεγάλα στρώματα του πληθυσμού οι σχετικές παροχές.
Σε σχέση όμως με την Ε.Ε. έχουμε αναφορικά με τις τιμές ανταγωνιστικά προϊόντα για τους Έλληνες πολίτες;
Οι τιμές στα ιδιωτικά Προγράμματα Υγείας (Διαγνωστικά, Νοσοκομειακά, Ασφάλιση Ατυχήματος κλπ) είναι στην Ελλάδα 50% – 60% χαμηλότερες από τις περισσότερες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και σε σχέση με το μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι το Πρόγραμμα Υγεία Maximum της INTERLIFE που απευθύνεται σε χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα και έχει εξαιρετική σχέση cost/benefit, όντας προσιτό σε όλους.
Πλην της έκρηξης στα προγράμματα Υγείας και σταδιακά και Σύνταξης, ποια θα θεωρούσατε τα ασφαλιστικά προϊόντα του μέλλοντος;
Άλλα Ασφαλιστικά Προϊόντα που πιστεύω ότι θα κινηθούν ανοδικά στο μέλλον είναι τα Προγράμματα Προστασίας από Φυσικές Καταστροφές (Σεισμούς, Πλημμύρες, Φωτιές κλπ) που αφορούν βέβαια Ακίνητη Περιουσία, αλλά και ανθρώπινη προστασία και, παράλληλα, η Ασφάλιση Αστικής Ευθύνης. Δυστυχώς, η Κλιματική Αλλαγή δείχνει όλο και περισσότερο τις καταστροφικές επιπτώσεις της και στη χώρα μας και οι πολίτες έχουν αρχίσει να το συνειδητοποιούν αυτό. Ποιο είναι το μυστικό και η Interlife βρίσκεται στις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις; Πέρα από την πολύ συνετή Οικονομική Διαχείριση της Εταιρίας, τη διαρκή επένδυση σε υψηλής κατάρτισης Ανθρώπινο Δυναμικό και την προσήλωσή μας στην Καινοτομία και τις Νέες Τεχνολογίες, πιστεύω ότι υπάρχει μια ακόμη ουσιαστική παράμετρος που διαφοροποιεί την INTERLIFE από τις περισσότερες Εταιρίες του Κλάδου: Εμείς επενδύσαμε, από την ίδρυσή μας σε ένα Δίκτυο Πωλήσεων που βασίζεται αποκλειστικά στους Διαμεσολαβητές και στη στενή, ανθρώπινη σχέση με τους πελάτες μας. Το Δίκτυο των 2.000 και πλέον Διαμεσολαβητών που συνεργάζονται με την Εταιρία σε όλη την Ελλάδα είναι ο νευραλγικός κορμός της INTERLIFE.
Πως κρίνετε μετά την ολοκλήρωση τον Αύγουστο του 3ου προγράμματος την πορεία της ελληνικής οικονομίας;
Δεν νομίζω ότι ένοιωσαν ακόμη οι Έλληνες την περίφημη αίσθηση της εξόδου από τα Μνημόνια. Η Υπερφορολόγηση, η κάθετη περικοπή των Δημοσίων Επενδύσεων, η μη πληρωμή των υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τρίτους, η Τραπεζική δυστοκία που πνίγει τις Επενδύσεις και, κυρίως, ο πολύχρονος εγκλωβισμός της χώρας στην υποχρέωση Υπερπλεονασμάτων κατηγορίας 3,5%, δε νομίζω ότι αφήνουν περιθώρια πανηγυρισμών, ούτε, βέβαια, άνοδο των Δεικτών Ανάπτυξης – που τόσο ανάγκη έχει η χώρα. Αντίστοιχα, η αίσθηση ότι παγιδευτήκαμε σε ένα “αόρατο Μνημόνιο” που όμως περιλαμβάνει μόνον υποχρεώσεις, χωρίς παροχές ή διευκολύνσεις, κρατά τη χώρα μακριά από τις Αγορές. Με αυτές τις συνθήκες, είναι λογικό να ισχυριστεί κανείς ότι, εάν η έξοδος από το 3ο Μνημόνιο συνοδευόταν από κάποιο Πρόγραμμα Επιτήρησης, που θα μας επέτρεπε να βγούμε στις Αγορές με χαμηλά επιτόκια, τα πράγματα θα ήταν, ίσως, πολύ καλύτερα.