Aπό 58% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στη Βουλγαρία έως 135% στο Λουξεμβούργο κυμάνθηκε η πραγματική ατομική κατανάλωση (AIC – ένα μέτρο της υλικής ευημερίας των νοικοκυριών) στα κράτη μέλη το 2019, σύμφωνα με στοιχεία, που δημοσιεύθηκαν από τη Eurostat, τη στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και βασίζονται σε αναθεωρημένες ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης και στα τελευταία στοιχεία του ΑΕΠ και του πληθυσμού.
Στην Κύπρο, το κατά κεφαλήν AIC 2019 ήταν στο 95% του μέσου όρου της ΕΕ και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο 90% (από 96% και 91% αντίστοιχα το 2018). Για την Ελλάδα, το AIC και το ΑΕΠ παρέμειναν αμετάβλητα στο 78% και στο 67% και για τα δύο χρόνια.
Εννέα κράτη μέλη κατέγραψαν κατά κεφαλήν AIC πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ το 2019. Το υψηλότερο επίπεδο στην ΕΕ καταγράφηκε στο Λουξεμβούργο, 35% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, μπροστά από τη Γερμανία (22% παραπάνω)
Ακολούθησαν η Αυστρία, η Δανία, το Βέλγιο, οι Κάτω Χώρες, η Φινλανδία, η Γαλλία και η Σουηδία με επίπεδα 9 έως 18% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Το κατά κεφαλήν AIC για δεκατρία κράτη μέλη κυμαίνεται μεταξύ του μέσου όρου της ΕΕ και 25% κάτω. Στην Ιταλία, την Ιρλανδία, την Κύπρο, τη Λιθουανία και την Ισπανία τα επίπεδα ήταν 10% ή λιγότερο κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ η Πορτογαλία, η Τσεχία, η Μάλτα και η Σλοβενία ήταν μεταξύ 10% και 20% κάτω.
Η Πολωνία, η Ρουμανία, η Ελλάδα και η Εσθονία ήταν μεταξύ 20% και 25% κάτω του μέσου όρου.
Πέντε κράτη μέλη κατέγραψαν κατά κεφαλήν AIC περισσότερο από 25% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Λετονία, Σλοβακία, Ουγγαρία και Κροατία μεταξύ 25% και 35% κάτω, ενώ η Βουλγαρία είχε κατά κεφαλήν AIC 42% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Κατά τα τελευταία τρία χρόνια, το κατά κεφαλήν AIC σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ παρέμεινε σχετικά σταθερό στα περισσότερα κράτη μέλη.
Ωστόσο, σημειώθηκε σαφής αύξηση στη Ρουμανία (79% του μέσου όρου της ΕΕ το 2019 σε σύγκριση με το 70% το 2017), ακολουθούμενη από τη Λιθουανία (92% έναντι 89%), την Πορτογαλία (86% έναντι 83%), τη Μάλτα ( 85% έναντι 82%), Σλοβενία (83% έναντι 80%) και Βουλγαρία (58% έναντι 55%).
Αντίθετα, η πιο αισθητή μείωση σημειώθηκε στη Σουηδία (109% το 2019 έναντι 113% το 2017), μπροστά από τη Γερμανία (122% έναντι 124%), την Αυστρία (118% έναντι 120%) και την Ισπανία (91% έναντι 93%).
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) κατά κεφαλήν, μέτρο οικονομικής δραστηριότητας, δείχνει επίσης σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.
Το 2019, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μετρημένο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS) κυμαίνεται μεταξύ 53% του μέσου όρου της ΕΕ στη Βουλγαρία και 260% στο Λουξεμβούργο. Δέκα κράτη μέλη κατέγραψαν επίπεδο κατά κεφαλήν ΑΕΠ άνω του μέσου όρου της ΕΕ το 2019.
Την ίδια ώρα, κατά το τρίτο τρίμηνο του 2020, το ποσοστό κενών θέσεων εργασίας ήταν 1,7% στη ζώνη του ευρώ και στην ΕΕ, από 1,6% το προηγούμενο τρίμηνο και κάτω από 2,2% το τρίτο τρίμηνο του 2019, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην Κύπρο το ποσοστό κενών θέσεων εργασίας ήταν 1,7% το τρίτο τρίμηνο του 2020, από 1,2% το δεύτερο τρίμηνο του 2020 και από 2,0% το τρίτο τρίμηνο του 2019.
Στην Ελλάδα, το ποσοστό των κενών θέσεων εργασίας ήταν 0,5% το τρίτο τρίμηνο του 2020, από 0,3% το δεύτερο τρίμηνο του 2020 και από 0,6% το τρίτο τρίμηνο του 2019.
Στη ζώνη του ευρώ, το ποσοστό κενών θέσεων εργασίας το τρίτο τρίμηνο του 2020 ήταν 1,5% στη βιομηχανία και τις κατασκευές και 1,7% στις υπηρεσίες. Στην ΕΕ, το ποσοστό ήταν 1,6% στη βιομηχανία και στις κατασκευές και 1,7% στις υπηρεσίες.
Μεταξύ των κρατών μελών για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα συγκρίσιμα στοιχεία, τα υψηλότερα ποσοστά κενών θέσεων εργασίας το τρίτο τρίμηνο του 2020 καταγράφηκαν στην Τσεχία (5,3%) και στο Βέλγιο (3,3%). Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Ελλάδα (0,5%), καθώς και στην Πολωνία και την Πορτογαλία (από 0,7%).
Σε σύγκριση με το ίδιο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, το ποσοστό κενών θέσεων εργασίας μειώθηκε σε είκοσι τέσσερα κράτη μέλη, παρέμεινε σταθερό στη Λιθουανία και αυξήθηκε στη Βουλγαρία και τη Γαλλία (και τα δύο κατά 0,1 μονάδες). Οι μεγαλύτερες μειώσεις σημειώθηκαν στη Γερμανία (-1,0), στην Τσεχία (-0,9) και στη Λετονία (-0,8).
Πηγή: KYΠΕ