Με απόλυτη επιτυχία πραγματοποιήθηκε από το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο και την Επιτροπή Αγροτεχνολογίας, το 9ο Συνέδριο Αγροτεχνολογίας με τίτλο: «Ανάπτυξη Βιώσιμων και Ανθεκτικών Αγροδιατροφικών Αλυσίδων», που διεξήχθη σε ψηφιακή μορφή, την Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020.
Το ετήσιο Συνέδριο Αγροτεχνολογίας, έχει καθιερωθεί, από το 2012, ως θεσμός υψηλού κύρους και συμβάλλει αποφασιστικά στην επιτυχημένη πορεία της αγροτικής οικονομίας και όλα αυτά τα χρόνια αποτελεί στοχευμένη πρωτοβουλία για τον αγρότη-επιχειρηματία.
Στο πλαίσιο της επιτυχημένης ψηφιακής συζήτησης και των εργασιών, αναδείχθηκαν σημαντικά θέματα για την επόμενη ημέρα και το μέλλον του Αγροδιατροφικού Τομέα στην Ψηφιακή Εποχή, καθώς επίσης και η Βιώσιμη Διαχείριση Πόρων. Ειδικότερα, στο επίκεντρο της ανάλυσης τέθηκαν ζητήματα, όπως η στρατηγική της ΕΕ και η καινοτομία στην αλυσίδα αξίας του αγροδιατροφικού τομέα, ο ρόλος των cluster στην προώθηση των ψηφιακών τεχνολογιών και αειφόρων αγροτικών πρακτικών, η σημασία του περιβαλλοντικού αποτυπώματος για τα αγροτικά προϊόντα και ο ρόλος της τραπεζικής χρηματοδότησης στη δημιουργία βιώσιμων και ανθεκτικών αγροδιατροφικών αλυσίδων.
Το συνέδριο τίμησαν με την παρουσία τους διακεκριμένα στελέχη της αγοράς, σημαντικοί εκπρόσωποι της πολιτείας, φορέων και οργανώσεων καθώς και μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Στο σύντομο χαιρετισμό του Νικόλαου Μπακατσέλου, Προέδρου του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, τονίστηκε: «Η πανδημία θα μας θυμίζει για πάντα το βαθμό εξάρτησης του ανθρώπου από το περιβάλλον του. Μπορεί έως τώρα η ανθρωπότητα να αντέδρασε ικανοποιητικά στην αναστάτωση, την αβεβαιότητα και τις προκλήσεις που επήλθαν στις αγροδιατροφικές αλυσίδες, αλλά αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε είναι η ανάγκη να μπει τέλος στην αλόγιστη εκμετάλλευση των μέσων παραγωγής τροφίμων. Δεν αρκεί να συνειδητοποιήσουμε ότι το υπάρχον μοντέλο παραγωγής δεν είναι βιώσιμο. Αυτό ήδη θα έπρεπε να το έχουμε εμπεδώσει. Τώρα είναι πλέον η ώρα ενός μακρόπνοου, συνολικού μετασχηματισμού της παραγωγής με σεβασμό στο περιβάλλον και τον παραγωγό που θα στοχεύει στην αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ ανθρώπινων δραστηριοτήτων και φύσης.»
Από την πλευρά του ο Ιωάννης Νάκας, Διευθυντής Γεωπονικού, Μπάρμπα Στάθης Α.Β.Ε.Ε., Μέλος Επιτροπής Αγροτεχνολογίας, Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, ανέφερε: «Είναι σημαντικό να ενισχυθεί ουσιαστικά ένας τομέας όπου η χώρα μας έχει συγκριτικό πλεονέκτημα και μπορεί να αποτελέσει έναν άξονα ανάπτυξης, αυτός της γεωργίας. Είναι προφανές ότι απαιτεί θεσμικές παρεμβάσεις, κατάστρωση στρατηγικού πλάνου αλλά και οικονομική ενίσχυση. Το καθεστώς των ενισχύσεων των αγροτών θα αλλάξει και πρέπει να αλλάξει με νέες καινοτόμες κατευθύνσεις. Ως παράδειγμα αναφέρω τη μείωση του αποτυπώματος του διοξειδίου του άνθρακα – για τα συστήματα δέσμευσης του οποίου οι συζητήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ήδη μετουσιώνονται σε συγκεκριμένες προτάσεις και εφαρμογές.» Επίσης, ο κ. Νάκας σημείωσε: «Ένας άλλος τομέας όμως που χρειάζεται την προσοχή όλων μας είναι αυτός της διαχείρισης των βασικών πόρων της αγροτικής παραγωγής. Το φαινόμενο της λειψυδρίας είναι πια έντονο σε αρκετές περιοχές της χώρας, η παραγωγική κατεύθυνση πολλών εκ των οποίων είναι τα κηπευτικά. Καλλιέργειες με υψηλές απαιτήσεις σε νερό, αλλά με σημαντική πρόσοδο και μεγάλες δυνατότητες εξαγωγών. Ακόμα περισσότερο όταν αυτές γίνουν, ελπίζω, βιολογικές.»
Στην ενότητα με τίτλο «Το μέλλον του αγροδιατροφικού τομέα στην ψηφιακή εποχή, συμμετείχε ο Κωνσταντίνος Μπαγινέτας, Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ο Πάνος Καλόγιωργας, Manager, Strategy Analytics and M&A Consulting, Deloitte Greece, ο Φίλιππος Παπαδόπουλος, Διευθυντής, Γραφείο Διαχείρισης Στρατηγικών Έργων, Αμερικανική Γεωργική Σχολή, ο Αλέξιος Πολυτάκης, Διευθυντής Κέντρου Εργασιών Αγροτικού Τομέα, Αγροτική Τραπεζική, Τράπεζα Πειραιώς, ενώ συντονιστής του ψηφιακού πάνελ ήταν ο δημοσιογράφος, Νίκος Φιλιππίδης.
Ο Κωνσταντίνος Μπαγινέτας, δήλωσε: «Με ιδιαίτερη προσοχή παρακολουθούμε τις εξελίξεις της πανδημίας και τις συνέπειές της στον πρωτογενή τομέα, τον αγροτικό κλάδο και λαμβάνουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα, όταν χρειάζεται. Σε ό,τι αφορά τον αγροτικό τομέα, βρισκόμαστε σε πλήρη εξέλιξη διαπραγματεύσεων και κανονισμών που αφορούν την νέα κοινή αγροτική πολιτική της περιόδου 2021 -2027. Πρόκειται για μια σημαντική αλλά και πολύ διαφορετική περίοδο, σε σχέση με ό,τι είχαμε συνηθίσει μέχρι σήμερα. Προετοιμαζόμαστε για το πώς θα ενεργήσουμε το 2021-2022, πολιτικές, μέτρα, δράσεις, άμεσες ενισχύσεις, κοινή οργάνωση της αγοράς, προγράμματα προώθησης προϊόντων και ταυτόχρονα σε συνδυασμό με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προετοιμαζόμαστε για το στρατηγικό μας σχέδιο που θα ξεκινήσει από το 2023. Κάτι το οποίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό και πρέπει να το αναφέρω είναι πως επετεύχθη η χρηματοδότηση για την νέα περίοδο να είναι στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη, 19,3 δις., σε τρέχουσες τιμές. Παράλληλα, ο κ. Μπαγινέτας, αναφέρθηκε και στην «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία», κάνοντας λόγο για ένα πολύ αξιόλογο βήμα σε ότι αφορά το μέλλον.
Από την πλευρά του ο Πάνος Καλόγιωργας, σημείωσε: «Οι πληθυσμιακές και περιβαλλοντικές προκλήσεις που παρουσιάζονται σε παγκόσμιο επίπεδο επιτάσσουν ριζικό μετασχηματισμό του αγροδιατροφικού κλάδου, ώστε να καταστεί δυνατή η παραγωγή περισσότερων τροφίμων με λιγότερους πόρους. Η υιοθέτηση ψηφιακών τεχνολογιών βρίσκεται στον πυρήνα της στρατηγικής της ΕΕ για τον μετασχηματισμό του κλάδου.»
Ο Φίλιππος Παπαδόπουλος, αναφέρθηκε στην ψηφιακή γεωργία και την πρόοδο που έχουμε κάνει σε αυτή η Ελλάδα. «Δεν πρέπει να προβλέπουμε στην τεχνολογία σαν λύση από μόνη της. Η τεχνολογία προσφέρει λύσεις, δεν είναι όμως λύση. Η ευφυής γεωργία θα έχει νικητές και χαμένους», δήλωσε ο κ. Παπαδόπουλος και πρόσθεσε: «Δεν αρκεί να εστιάζουμε σε τεχνολογικές λύσεις σε κάθε κρίκο της αλυσίδας χωριστά. Πρέπει να δούμε την τεχνολογία σαν το συνδετικό ιστό ανάμεσα στους κρίκους». Την ίδια στιγμή, καθόρισε τους παράγοντες και τις προϋποθέσεις αποδοχής της νέας τεχνολογίας στους αγρότες. Συγκεκριμένα, έκανε λόγο για «καλλιέργειες υψηλής αξίας ανά στρέμμα, εκπαίδευση και αυτοπεποίθηση αγροτών, εκπαίδευση και υποκίνηση γεωπόνων συμβούλων και τέλος την πρακτική σημασία της νέας τεχνολογίας».
Την ίδια στιγμή, ο Αλέξιος Πολυτάκης δήλωσε: «Στην Τράπεζα Πειραιώς ιεραρχήσαμε τις πρωτοβουλίες μας, οι οποίες, επί της αρχής, αφορούν , στη στήριξη της αγροτικής παραγωγής ως το πρώτο και βασικό κρίκο της αλυσίδας, των νέων ανθρώπων που ασχολούνται ή θέλουν να ασχοληθούν επαγγελματικά με το πρωτογενή τομέα, καθώς επίσης των επενδυτικών έργων τα οποία θα βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής γεωργίας.»
O Διευθύνων Σύμβουλος, Όμιλος Κουιμτζή και Μέλος Επιτροπής Αγροτεχνολογίας, Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, Αθανάσιος Κουιμτζής, προλόγισε την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα τοποθέτηση του Gidon Toperoff, Subject Matter Specialist for Sustainable Agriculture and Climate Change Adaptation, Agricultural Extension Service of Shaham, Ministry of Agriculture and Rural Development, Israel για τη «Βιώσιμη Γεωργία», τη χρήση νερού σε ένα μεταβαλλόμενο κλίμα και την γεωργική του εμπειρία στο Ισραήλ., υπογράμμισε ο κ. Toperoff. «Ένα βασικό μας έλλειμμα είναι η γεωργική γη ανά άτομο, με αποτέλεσμα το Ισραήλ να πρέπει να εισάγει βασικά αγαθά. Τα περισσότερα από τα φρέσκα φρούτα, λαχανικά και γάλα, παράγονται από το Ισραήλ, ωστόσο τα υπόλοιπα τρόφιμα είναι εισαγόμενα». Παράλληλα, αναφέρθηκε στις παγκόσμιες προκλήσεις για την γεωργία, οι οποίες είναι ο αυξανόμενος πληθυσμός, η υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, η εκμετάλλευση των πόρων και η κλιματική αλλαγή. Σχολιάζοντας την χρήση νερού για την γεωργία στην χώρα του ο Gidon Toperoff σημείωσε: «Από το 1970 χρησιμοποιούμε ίδιες ποσότητες νερού. Ωστόσο, χρησιμοποιούμε περισσότερο επεξεργασμένα λύματα και αλατόνερο με αποτέλεσμα το ποσοστό φρέσκου νερού να λιγοστεύει όλο και περισσότερο». Τέλος, ανέφερε ότι μελλοντική γεωργία θα επηρεαστεί σοβαρά από την κλιματική αλλαγή, επισημαίνοντας ότι οι αγρότες θα πρέπει να προσαρμόσουν τις ανάγκες τους στα νέα δεδομένα.»
Στην δεύτερη ενότητα υπό τον τίτλο «Βιώσιμη Διαχείριση Πόρων», συμμετείχε ο Χρήστος Παπαμάνθου, Διευθυντής Εξαγωγών, ΕΒΥΠ Ε.Ε., ο Χρήστος Βλαχοκώστας, Μέλος της ερευνητικής ομάδας «Βιώσιμες Αγροδιατροφικές Εφοδιαστικές Αλυσίδες», Κέντρο Διεπιστημονικής Έρευνας και Καινοτομίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο Γιώργος Κανάκας, Πρόεδρος, Τοπικός Οργανισμός Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) Χαλάστρας, ο Νίκος Αυλώνας, Πρόεδρος, Κέντρο Αειφορίας (CSE), Επισκέπτης Καθηγητής Βιώσιμης Ανάπτυξης, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και συντονιστής της συζήτησης ήταν ο δημοσιογράφος Ιωάννης Πανάγος.
Ο Χρήστος Παπαμάνθου, κατά την ομιλία του ανέφερε: «Την τελευταία δεκαετία, παρατηρώντας τα προβλήματα και τις μελλοντικές ανάγκες της ελληνικής και παγκόσμιας γεωργίας πειραματιζόμαστε συνεχώς πάνω σε διαφορετικές και καινοτόμες τεχνολογίες παραγωγής βιοδιεγερτών φυτικής προέλευσης. Δοκιμάζουμε συνεχώς νέους καινοτόμους συνδυασμούς που πολλαπλασιάζουν την αποδοτικότητα όλων των γεωργικών εισροών με σεβασμό πάντα στο περιβάλλον. Ανοίγουμε δρόμο για ένα διαφορετικό τρόπο καλλιέργειας που «τρέχει» γρήγορα για την κάλυψη του «κενού/yield GAP» μεταξύ της σημερινής και της μελλοντικής απόδοσης στο χωράφι.» Παράλληλα, συμπλήρωσε: «Στην ΕΒΥΠ παράγουμε και προωθούμε στην ελληνική και παγκόσμια αγορά βιοδιεγέρτες, που σε συνδυασμό με τις σύγχρονες τεχνολογίες γεωργίας ακριβείας διατηρούν τα φυτά σε υψηλό παραγωγικό επίπεδο. Με απλά λόγια, εντοπίζουμε «έξυπνες» φυτικές ουσίες, τις απομονώνουμε, τις σταθεροποιούμε και επανατροφοδοτούμε τα φυτά με αυτές. Απτό παράδειγμα, στην οικογένειά μας, το R&D της ΕΒΥΠ επεκτείνει την έρευνα σε ουσίες μικρότερου μοριακού βάρους για αυξημένη διαπερατότητα από τους κυτταρικούς ιστούς των φυτών. Οι βιοδιεγέρτες, είναι ένας νέος τομέας ο οποίος δημιουργήθηκε στο απόγειο της »πράσινης επανάστασης» για να βοηθήσει τη γεωργία να προσαρμοστεί στις συνθήκες του μέλλοντος.»
Από την πλευρά του, ο Χρήστος Βλαχοκώστας, αναφέρθηκε στην αειφορική διαχείριση υδατικών πόρων στην αγροτική παραγωγή και μεταποίηση, επισημαίνοντας πως «η Ελλάδα είναι μια ευλογημένη χώρα». Παράλληλα, ανέδειξε τους τρόπους για την εξοικονόμηση και ορθολογική διαχείριση του νερού σημειώνοντας ότι πρέπει στο άμεσο μέλλον να γίνει μια σημαντική προσπάθεια. Συγκεκριμένα, ο κ. Βλαχοκώστας είπε ότι πρέπει να υπάρχουν «γεωτρήσεις και εξοικονόμηση νερού, αλλαγή αγροτικών πρακτικών και της εφαρμογής του κώδικα ορθής γεωργικής πρακτικής, προώθηση σχετικού μέτρου για την αντικατάσταση του καταιονισμού και την εφαρμογή της οικονομικότερης μεθόδου «στάγδην» άρδευσης και τέλος εφαρμογές ΤΠΕ στην αγροτική παραγωγή (smart farming). Τέλος σημείωσε ότι πρέπει να υπάρξουν αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο αναφορικά με την διαχείριση του νερού για την γεωργία.
Στους τρόπους και τις μεθόδους που θα φτάσει το νερό στο χωράφι, καθώς και τη διαχείρισή του, μίλησε ο Γεώργιος Κανάκας, Πρόεδρος Τοπικός Οργανισμός Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) Χαλάστρας, κάνοντας μια ευχή. «Να συνεχίσουμε όλοι να προσπαθούμε για την σωστή διαχείριση αυτού του πολύτιμου αγαθού, που λέγεται νερό, για το καλό το δικό μας αλλά και για το καλό των επόμενων γενεών.
Ο Νίκος Αυλώνας, σημείωσε: «Σύμφωνα με την νέα ΚΑΠ αλλά και Εθνική Νομοθεσία για την Κυκλική Οικονομία το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των αγροτικών προϊόντων με βάση διεθνή standards συστήνεται πέρα από νομοθετική απαίτηση και ως διαβατήριο για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών Αγροτικών Προϊόντων. Το Κέντρο Αειφορίας (CSE) τα τελευταία χρόνια ως ηγέτης στην πιστοποίηση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος αγροτικών προϊόντων υποστηρίζει την ανταγωνιστικότητα τους μέσα από την εφαρμογή σύγχρονων standards.»
Από την πλευρά του ο Βασίλης Καφάτος, Αντιπρόεδρος, Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, προλογίζοντας τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μάκη Βορίδη, τόνισε: «Αξίζει να τονίσουμε ότι το Ελληνο-Αμερικανικό Επιμελητήριο ανέκαθεν θεωρούσε ότι ο αγροδιατροφικός τομέας αποτελεί βασικό πυλώνα της οικονομίας μας. Το έχει αποδείξει μέσω των ποικίλων δράσεων της Επιτροπής Αγροτεχνολογίας και φυσικά μέσω αυτού του Συνεδρίου, που με τη μακρά του ιστορία, την ποικιλία των θεμάτων και τους διακεκριμένους ομιλητές, έχει αφήσει σημαντική παρακαταθήκη. Παράλληλα πιστεύουμε ότι η ελληνική πρωτογενής και δευτερογενής παραγωγή έχει ακόμη περισσότερες δυνατότητες και μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη εξόδου της χώρας από τις διαδοχικές κρίσεις. Για αυτό με αίσθημα ευθύνης αλλά και ικανοποίησης από τη μέχρι τώρα πορεία του Συνεδρίου, δεσμευόμαστε να συνεχίσουμε την προσπάθεια, συμβάλλοντας στην αναδιαμόρφωση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας και συνδράμοντας τον αγρότη-επιχειρηματία».
Οι εργασίες του ψηφιακού συνεδρίου ολοκληρώθηκαν με την τοποθέτηση του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μάκη Βορίδη, ο οποίος δήλωσε: «Όλοι θέλουμε να δούμε ένα κεντρικότερο ρόλο για τον αγροδιατροφικό τομέα και εννοώ βέβαια στην κτηνοτροφία την καλλιέργεια την αλιεία αλλά ταυτόχρονα βάζω μέσα και την βιομηχανία τροφίμων και την μεταποίηση που είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό κομμάτι και θεωρώ ότι εκεί μπορούμε να έχουμε σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα και να παίξουμε σοβαρό ανταγωνιστικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο με διάφορα προϊόντα. Αυτό πρέπει να εκφραστεί με δέσμευση προκειμένου να υπάρξουν επενδύσεις οι οποίες θα μας οδηγήσουν σε μια γεωργία πιο έξυπνη, πιο πράσινη, πιο παραγωγική. Σε μια καλλιέργεια η οποία θα μπορούσε να παράγει προϊόντα και ταυτόχρονα σε μια μεταποίηση τα οποία έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία». ο κ. Βορίδης τόνισε ότι είναι πλέον «αστικός μύθος ότι η Ελλάδα δεν παράγει τίποτα» σημειώνοντας ότι μέσα σε μία δεκαετία έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος στον τομέα των εξαγωγών ενώ επισήμανε ότι περιμένει το 2020 η χρονιά να κλείσει με ένα ισοσκελισμένο ισοζύγιο εξαγωγών εισαγωγών. Ο υπουργός αναφέρθηκε επίσης στον πρωταθλητισμό όπως είπε των φρούτων και τον λαχανικών τα οποία εν μέσω πανδημίας κατέγραψαν ιστορικό ρεκόρ – με αύξηση 14% σε επίπεδο αξιών και 4-6% σε επίπεδο ποσοτήτων. Ο πρωτογενής τομέας τόνισε είναι πολύ δυναμικός κι έχει εξαιρετικές προοπτικές και εξαιρετική δυναμική ενώ άντεξε περισσότερο από όλους τους άλλους καθώς όπως είπε «δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς να τρώμε» κι αυτό καταδείχθηκε περίτρανα την περίοδο του κορωνοϊού.