Η απώλεια στο εισόδημα των Κυπρίων το 2020

Η εκτιμώμενη απώλεια για το μέσο εισόδημα από την απασχόληση σε επίπεδο ΕΕ είναι -5,2% το 2020 σε σύγκριση με το 2019, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Eurostat, η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ.

Στην Κύπρο αυτό το ποσοστό είναι κοντά στο -10,8% για τα χαμηλά εισοδήματα, -8% για τα μεσαία εισοδήματα και -6,1% για τα υψηλά. Η Κύπρος κατέχει την τρίτη θέση στην ΕΕ στον πίνακα της Eurostat. H Ελλάδα είναι στη δεύτερη θέση με  -12% για τα χαμηλά εισοδήματα, -7% για τα μέσα εισοδήματα και -6,8% για τα υψηλά. Στην πρώτη θέση η Κροατία με απώλειες -15,25%, -10,5% και -9,8% αντίστοιχα.

Ο αντίκτυπος της κρίσης κατανέμεται πολύ άνισα μεταξύ των κρατών μελών και είναι ιδιαίτερα ισχυρός για τις πιο ευάλωτες υποομάδες του εργατικού πληθυσμού. Οι μισθωτοί με χαμηλό εισόδημα έχουν απώλειες 3 έως 6 φορές μεγαλύτερες από τους υψηλούς μισθούς στα μισά κράτη μέλη της ΕΕ.

Οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν θεσπίσει ή ενεργοποιήσει βραχυπρόθεσμα προγράμματα εργασίας για την αντιμετώπιση των οικονομικών προκλήσεων COVID-19, ιδίως πολιτικών για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας (συστήματα αποζημίωσης μισθών). Αυτά συνέβαλαν στον μετριασμό της απώλειας εισοδήματος σε όλες τις χώρες της ΕΕ με τη συνολική απώλεια εισοδήματος να μειώνεται κατά το ήμισυ. Στην Κύπρο η μέση απώλεια από 7,2% περιορίζεται στο 4,2% και στην Ελλάδα από 7,2% σε 4,1% αντίστοιχα.

Την ίδια ώρα, πάνω από 1 700 δισ. ευρώ (περί το 12,3% του ΑΕΠ της ΕΕ) δαπάνησαν τα νοικοκυριά στην ΕΕ για “στέγαση, νερό, ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο και άλλα καύσιμα”, το 2019, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Eurostat, η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ.

Σύμφωνα με τη Eurostat, αυτό αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα τέταρτο (23,5%) των συνολικών καταναλωτικών δαπανών τους και είναι μακράν το μεγαλύτερο στοιχείο των δαπανών των νοικοκυριών της ΕΕ, μπροστά από τις “μεταφορές” (13,1%), τα “τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά” (13,0%), “εστιατόρια και ξενοδοχεία” καθώς και την κατηγορία “ψυχαγωγία και πολιτισμός”  (από 8,7%).

Η Φινλανδία και η Σλοβακία ξοδεύουν το μεγαλύτερο μερίδιο των οικιακών δαπανών για στέγαση, ενώ η Μάλτα δαπανά μικρότερο. Στη συντριπτική πλειονότητα των κρατών μελών της ΕΕ, η κατηγορία δαπανών “στέγαση, νερό, ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο και άλλα καύσιμα” αντιπροσωπεύει το πιο σημαντικό στοιχείο των δαπανών των νοικοκυριών.

Το 2019, το μερίδιο των δαπανών των νοικοκυριών που αφιερώθηκαν στη στέγαση ήταν μεγαλύτερο στη Φινλανδία (28,8%), τη Σλοβακία (28,4%) και τη Δανία (27,9%), ακολουθούμενη από την Τσεχία (26,4%), τη Γαλλία (26,2%), τη Σουηδία (25,8%) ) και την Ιρλανδία (25,4%).

Αντίθετα, η Μάλτα (12,3%), η Λιθουανία (14,9%), η Κύπρος (15,6%) και η Κροατία (16,2%) κατέγραψαν τα χαμηλότερα μερίδια των δαπανών νοικοκυριών για στέγαση.

Μεταξύ του 2009 και του 2019, το μερίδιο της στέγασης στις συνολικές δαπάνες των νοικοκυριών μειώθηκε ή παρέμεινε σταθερό στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στη Ρουμανία (από 25,2% των συνολικών δαπανών των νοικοκυριών το 2009 σε 17,7% το 2019 ή μείωση 7,5 ποσοστιαίων μονάδων), ακολουθούμενη από την Πολωνία (-2,6), την Κύπρο (-2,5), την Ουγγαρία (- 2.3), Λετονία (-2.2) και Σλοβακία (-2.1).

Αντίθετα, το μερίδιο αυτό αυξήθηκε σε 11 κράτη μέλη της ΕΕ: ​​Ιρλανδία (από 22,0% το 2009 σε 25,4% το 2019 ή αύξηση 3,4) και Φινλανδία (από 25,4% το 2009 σε 28,8% το 2019 ή αύξηση 3,4 επίσης), μπροστά από τις Κάτω Χώρες (+2,1), το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και την Πορτογαλία (από +1,4).

Πηγή: ΚΥΠΕ