Η Κύπρος φαίνεται, σύμφωνα και με την φθινοπωρινή έκθεση παρακολούθησης της Κομισιόν, ότι όχι μόνο κατάφερε να καλύψει την ανάγκη της για χρηματοδότηση, η οποία ήταν μεγαλύτερη για το 2020 λόγω των δυσμενών συνεπειών από την πανδημία του κορωνοϊού, αλλά και να αποκτήσει ένα σημαντικό απόθεμα ρευστότητας.
Ποιες είναι όμως οι προβλέψεις της για την εξόφληση του χρέους της Κύπρου προς τον ESM και ποια η σημασία των ομολόγων, όπως παρουσιάζονται στην έκθεση της, παρουσιάζονται παρακάτω.
Λαμβάνοντας υπόψη τις νέες συνθήκες που επέβαλε η πανδημία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνέλεξε όλα τα στοιχεία για την παρουσίαση της φθινοπωρινής έκθεσης παρακολούθησης της Κομισιόν για την Κύπρο, μέσα από βίντεο και τηλεδιασκέψεις με συμμετοχή υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνεργασία με το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και διαδικτυακές συναντήσεις με τις κυπριακές αρχές, τράπεζες και εταιρείες που λαμβάνουν πιστώσεις.
Αρχικά, σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης για το 2020 εκτιμάται ότι ανήλθαν στα, περίπου, 3,6 δισεκατομμύρια ευρώ ή 17% του ΑΕΠ της Κύπρου, μετά και την εξόφληση χρέους 2,3 δισεκατομμυρίων ευρώ (συμπεριλαμβανομένης της πρόωρης αποπληρωμής 0,7 δισεκατομμύρια ευρώ στο ΔΝΤ το Φεβρουάριο) και φορολογικά εκτιμάται σε περίπου 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ από το προβλεπόμενο δημοσιονομικό έλλειμμα.
Η βασική εξόφληση για το 2020, προέρχεται, σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, από το εγχώριο ομόλογο της Ελληνικής Τράπεζας (750 εκατομμύρια ευρώ, με λήξη το Δεκέμβριο).
Πάντως οι χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2021 καθώς και μέρος της αναχρηματοδότησης για το 2020 φαίνεται να καλύπτονται πλήρως από την έκδοση των ομολόγων.
Με σκοπό τη διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με την πανδημία, η Κύπρος έχει δανειστεί εκτενώς αυτή την χρονιά. Η κυβέρνηση βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στις διεθνείς εκδόσεις ομολόγων, αφού δανείστηκε συνολικά 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ (21% του ΑΕΠ) – κάνοντας επίσης χρήση της εγχώριας αγοράς με την έκδοση 12 μηνων ομολόγων αξίας 1,25 δισεκατομμυρίων ευρώ σε τοπικές τράπεζες.
Η Κύπρος αξιοποίησε τις διεθνείς αγορές τον Ιανουάριο και τον Απρίλιο (συνολικά 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ), ενώ ακολούθησε με άλλη έκδοση ομολόγων τον Ιούλιο (1 δισεκατομμύριο ευρώ).
Επομένως, όπως σημειώνει, συνιστά το διττό άνοιγμα των δύο υφισταμένων μεσοπρόθεσμων ομολόγων, δηλαδή το πενταετές ομόλογο που λήγει τον Δεκέμβριο του 2024 και το 20ετές ομόλογο που λήγει τον Ιανουάριο του 2040.
Οι πρωτογενείς αποδόσεις ανέρχονται στο 0,349% και 1,493%, αντίστοιχα. Η έκδοση του ομολόγου Ιουλίου, βοήθησε στην περαιτέρω ενίσχυση αποθέματος των ήδη σημαντικών μετρητών,(αποφεύγοντας έτσι τυχόν κινδύνους ρευστότητας που προέρχονται από την άνευ προηγουμένου αβεβαιότητα που προκάλεσε η πανδημία) και επωφελήθηκε από το υποστηρικτικό περιβάλλον της αγοράς που επικρατούσε τότε.
Υπό το φως αυτού του επιπλέον δανεισμού, το δημόσιο χρέος σημείωσε σημαντική αύξηση το 2020.
Η Κύπρος έχει θετική αξιολόγηση από την αγορά
Οι κυριότεροι οργανισμοί αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας, συνεχίζουν να αξιολογούν το κυρίαρχο χρέος της Κύπρου σε επενδυτικό βαθμό, με εξαίρεση τον Moody’s, επισημαίνεται στην έκθεση.
Ειδικότερα, οι οίκοι αξιολόγησης S&P, Fitch και DBRS, αξιολογούν ως σταθερή την προοπτική πίστωσης, ενώ ο οίκος Moody’s διατηρεί μια θετική προοπτική.
Πιο πρόσφατα, Οι S&P και Fitch επιβεβαίωσαν τις σταθερές προοπτικές (την 4η Σεπτεμβρίου και 2 Οκτωβρίου, αντίστοιχα).
Οι αποδόσεις των ομολόγων της Κύπρου μέσα στο 2020, έχουν γενικά ακολουθήσει τις ευρωπαϊκές τάσεις, παρουσιάζοντας μερικές αιχμές στα μέσα Μαρτίου και Απριλίου, ενώ τον Μάιο παρουσίασαν μείωση η οποία παρέμεινε σταθερή κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Από τον Σεπτέμβριο όμως ξεκίνησε η σταδιακή πτώση ενώ οι αποδόσεις του 10ετές – 15ετές ομολόγου σα μέσα Οκτωβρίου, ήταν περίπου στα 0,4% και 0,7% αντίστοιχα, ενώ τα 20χρονα και 30χρονα ομόλογα ήταν στα 0,8% και 1,3%.
Παράλληλα, η απόδοση των 3μηνων γραμματείων Δημοσίου στην πρωτογενή αγορά επέστρεψαν στην θετική απόδοση του Απρίλη κατά το τέλος της καμπύλης αποδοτικότητας, (κατεγράφη άμεση σταθμισμένη απόδοση 0,14% τον Αύγουστο).
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2021 αναμένεται να παρουσιάσουν μείωση, σημειώνεται στην έκθεση, λόγω της χαμηλότερης δημοσιονομικής που αναμένεται και των μειωμένων αναγκών για εξόφληση χρέους.
Πιο συγκεκριμένα η μεικτή (ακαθάριστη) χρηματοδότηση σύμφωνα με τις ανάγκες για το 2021 υπολογίζονται περίπου στα 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ (12% του ΑΕΠ).
Το μεγαλύτερο μέρος της ανάγκης για χρηματοδότηση, αποτελείται από 2,2 δισεκατομμύρια ευρώ χρέους για ανάγκες εξαγοράς, ενώ εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 0,5 δισεκατομμύρια ευρώ οι δημοσιονομικές ανάγκες.
Επιπρόσθετα, αναμένεται να περιοριστούν οι συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες (μεσοπρόθεσμα, κατά μέσο όρο 8% του ΑΕΠ κατά την περίοδο έως το 2025).
Οι αποπληρωμές δανείων του ESM, υποστηρίζει η Κομισιόν, αναμένεται να ξεκινήσουν από 2025
Ακόμη, σημειώνεται στην έκθεση ότι παρά την πανδημία και το γεγονός ότι η Κύπρος έχει απολαύσει ένα υποστηρικτικό περιβάλλον όταν προσεγγίζει τις διεθνείς αγορές, μεσοπρόθεσμα, οι χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους αναμένεται να περιοριστούν, με την αποπληρωμή δανείων στον ESM να μην αρχίζει μέχρι το 2025.
Πως επηρεάζουν την ανάκαμψη της οικονομίας Κύπρου: Τoυρισμός, Ανεργία, Brexit
Σε πρώτη φάση, σημειώνεται, η ζήτηση για τουρισμό μειώθηκε, με τις αφίξεις κατά τους πρώτους 9 μήνες του έτους να είναι περίπου 85% κάτω από το 2019.
Η εξέλιξη της πανδημίας είναι αβέβαιη, συμπεριλαμβανομένων των κυριότερων τουριστικών αγορών της Κύπρου και ενδέχεται να χρειαστεί πολύς χρόνος για την ανάκαμψη του κλάδου, αναφέρεται.
Επιπλέον, εκτός από τον αντίκτυπο του Covid-19, η πιθανότητα μελλοντικών εμπορικών σχέσεων ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου με όρους ΠΟΕ θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει αρνητικά την κυπριακή οικονομία, δεδομένου του στενού δεσμού της με το Ηνωμένο Βασίλειο, πρόσθεσε.
Παράλληλα, η ανεργία έχει αυξηθεί, ιδίως στον τουριστικό κλάδο, αλλά τα προσωρινά μέτρα στήριξης της απασχόλησης έχουν μέχρι στιγμής μετριάσει τον αντίκτυπο”, καταγράφει η Κομισιόν.
Ακόμη, «εξακολουθούν να υπάρχουν εξωτερικές ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένου ενός σημαντικού ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών».
Την ίδια ώρα «ο πληθωρισμός αναμένεται να είναι αρνητικός το 2020, συρρικνωμένος από τις τιμές της ενέργειας και στη συνέχεια να αυξηθεί σταδιακά στο 1,3% το 2022».
Η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή και οι αρνητικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές ανάπτυξης είναι σημαντικοί, με την ανάπτυξη της πανδημίας να είναι ο βασικός, υπογραμμίζει.