Κλονισμούς προκαλεί στα δημόσια οικονομικά αρκετών κρατών-μελών οι ιδιάζουσες συνθήκες που προκλήθηκαν λόγων των μέτρων που υιοθετήθηκαν για περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας.
Η Κύπρος φαίνεται, σύμφωνα και με την έκθεση παρακολούθησης της Κομισιόν, να έχει αυξήσει σημαντικά το δημόσιο χρέος της καθώς η κυβέρνηση προκειμένου να διαχειριστεί τους κινδύνους που σχετίζονται με την πανδημία, έχει δανειστεί εκτενώς φέτος, δημιουργώντας σημαντικό απόθεμα ρευστότητας που καλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της για το 2020 και το 2021 και μέρος των αναγκών αναχρηματοδότησης του έτους 2022.
Ποια είναι, όμως, τα μελανά σημεία για την κυπριακή Οικονομία που αποτυπώνονται στην έκθεση της Κομισιόν;
Οικονομική Δραστηριότητα
Η Κύπρος το 2020 αναμένεται να καταγράψει μία από τις μεγαλύτερες συρρικνώσεις στην οικονομική της δραστηριότητα λόγω της πανδημίας, με τον τομέα του τουρισμού να σημειώνει μεγάλες απώλειες, καθώς η ζήτηση για τουρισμό έπεσε κατακόρυφα, με τις αφίξεις κατά τους πρώτους 9 μήνες του έτους να παρουσιάζονται μειωμένες κατά 85% σε σχέση με το 2019. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η πορεία της πανδημίας είναι αβέβαιη, συμπεριλαμβανομένων των κυριότερων τουριστικών αγορών της Κύπρου, με αποτέλεσμα να χρειάζεται, ίσως, αρκετός χρόνος για να ανακάμψει ο τομέας του τουρισμού.
Παράλληλα, η πιθανότητα μελλοντικών εμπορικών σχέσεων ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου με όρους του ΠΟΕ θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει αρνητικά την κυπριακή Οικονομία, δεδομένων των στενών δεσμών της με το Ηνωμένο Βασίλειο.
Συγκεκριμένα, οι φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν προβλέπουν ύφεση 6,2% το 2020 και σταδιακή ανάκαμψη 3,7% και 3,0% το 2021 και το 2022, αντίστοιχα. Η ανεργία έχει αυξηθεί, ιδίως στον τομέα του τουρισμού, αλλά τα μέτρα στήριξης της προσωρινής απασχόλησης έχουν μέχρι στιγμής μετριάσει τον αντίκτυπο. Ο πληθωρισμός αναμένεται να είναι αρνητικός το 2020 και να αυξηθεί σταδιακά στη συνέχεια στο 1,3% το 2022.
Την ίδια ώρα, η Κομισιόν υπογραμμίζει πως οι εξωτερικές ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένου ενός σημαντικού ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, εξακολουθούν να υφίστανται.
Δημόσια Οικονομικά
Όπως ήταν αναμενόμενο, η πανδημία Covid-19 επηρέασε τα δημόσια οικονομικά. Σύμφωνα με την Κομισιόν, μετά από μια ισχυρή δημοσιονομική απόδοση το 2019, η πρόβλεψη του φθινοπώρου προβλέπει ότι το ισοζύγιο του προϋπολογισμού θα καταγράψει σημαντικό έλλειμμα 6,1% του ΑΕΠ το 2020. «Η επιδείνωση των δημοσιονομικών προοπτικών σε σύγκριση με το 2019 αντικατοπτρίζει σημαντικές αναμενόμενες απώλειες εσόδων, κυρίως λόγω των χαμηλότερων έμμεσων και εταιρικών φορολογικών εσόδων, καθώς και των πρόσθετων δαπανών που ήταν απαραίτητες για τον μετριασμό των επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία, οι οποίες, ελλείψει αυτών των μέτρων, θα μπορούσαν να ήταν πολύ χειρότερες».
Τα δημοσιονομικά μέτρα που υιοθετήθηκαν αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 4% του ΑΕΠ και αφορούν προγράμματα στήριξης του εισοδήματος προς τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους που πλήττονται περισσότερο από την ύφεση.
Οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προοπτικές είναι καθοδικοί. Οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι σχετίζονται κυρίως με την έκθεση του κράτους στον χρηματοπιστωτικό τομέα και το ΓεΣΥ. Η συνεχιζόμενη εφαρμογή της δεύτερης φάσης της μεταρρύθμισης του ΓεΣΥ ενέχει αρκετούς κινδύνους. Οι υποτονικές εισφορές τον Ιανουάριο-Αύγουστο του 2020 αναμένεται να οδηγήσουν σε έλλειμμα για τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας, το οποίο ενδέχεται να παραμείνει και το επόμενο έτος. Σταδιακή επιστροφή σε έναν ισορροπημένο προϋπολογισμό αναμένεται το 2023, αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις μελλοντικές εξελίξεις όσον αφορά τις συνεισφορές στον τομέα της Υγείας. Επιπλέον, η Κομισιόν υπογραμμίζει πως, η κυβέρνηση ενδέχεται να χρειαστεί να καλύψει πιθανά δημοσιονομικά ελλείμματα των δημόσιων νοσοκομείων (στα οποία δόθηκαν κυβερνητικές εγγυήσεις για τα πρώτα 5 χρόνια) έως ότου τα δημόσια νοσοκομεία καταστούν οικονομικά αυτόνομα.
Παράλληλα, κίνδυνοι απορρέουν και από τις ρητές ενδεχόμενες υποχρεώσεις του κράτους έναντι της Ελληνικής Τράπεζας (μέσω των συστημάτων προστασίας περιουσιακών στοιχείων) και από τους σιωπηρούς κινδύνους έκτακτης ανάγκης για τον χρηματοπιστωτικό τομέα στο σύνολό του.
Χρηματοπιστωτικός Τομέας
Ο τραπεζικός τομέας σημείωσε ζημίες κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 καθώς αυξήθηκαν οι προβλέψεις, η πιστωτική δραστηριότητα σταμάτησε και οι σημαντικές πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων αναβλήθηκαν. Η κεφαλαιακή θέση των τραπεζών επιδεινώθηκε κατά μέσο όρο. Παρ ‘ όλα αυτά, ο τομέας φαίνεται καλύτερα προετοιμασμένος από ό, τι ήταν για την κρίση του 2011-2013. Ωστόσο, αναμένονται σημαντικές προκλήσεις, καθώς τα μέτρα στήριξης, όπως η αναστολή πληρωμών και η σχετική ρυθμιστική ανοχή, πρόκειται να λήξουν στα τέλη του 2020.
Η Κομισιόν υπογραμμίζει πως η ΚΕΔΙΠΕΣ αντιμετωπίζει καθυστερήσεις σε ό,τι αφορά την οριστικοποίηση της οργανωτικής της δομής, ενώ χαρακτηρίζει ως απογοητευτική την ανταπόκριση που είχε το κυβερνητικό σχέδιο ΕΣΤΙΑ.
Την ίδια ώρα, η Κομισιόν σημειώνει στην έκθεσή της πως «οι κανόνες που διέπουν τον πρόσφατα εγκριθέντα μηχανισμό διαμεσολάβησης ενώπιον του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου παραμένουν ασαφείς. Στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης για εκποιήσεις, οι επιλέξιμοι δανειολήπτες μπορούν να ζητήσουν από τον Διαμεσολαβητή να μεσολαβήσει σε περίπτωση φερόμενου παραπτώματος από τις τράπεζες ή εταιρείες που απορροφούν πιστώσεις σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ) για τη διαχείριση καθυστερούμενων οφειλών και του νομικού πλαισίου που διέπει τις εκποιήσεις. Το αποτέλεσμα και η διάρκεια αυτής της διαδικασίας, η οποία προηγείται της διαδικασίας εκποίησης, είναι αβέβαιη. Η διαδικασία μπορεί να επιβαρύνει υπερβολικά το γραφείο του Διαμεσολαβητή και να προσθέσει στις υφιστάμενες καθυστερήσεις στο δικαστικό σύστημα».