DBRS: Επιβεβαίωση του κυπριακού αξιόχρεου στο BBB

Ο οίκος αξιολόγησης DBRS Morning Star επιβεβαίωσε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση της Κύπρου στο ΒΒΒ(low), διατηρώντας επίσης την προοπτική σε σταθερή, επικαλούμενος τους γενικότερα ισοζυγισμένους κινδύνους που αντιμετωπίζει η κυπριακή οικονομία, παρά την συρρίκνωση της οικονομίας το 2020 και την επιδείνωση στο κυβερνητικό ισοζύγιο, που επέφερε η πανδημία του κορωνοϊού.

Στην τελευταία πράξη αξιολόγησης για το 2020 (είχε επιβεβαιώσει την αξιολόγηση στις 15 Μαΐου, διαφοροποιώντας την προοπτική σε σταθερή), ο καναδικός οίκος θεωρεί πως η κυπριακή οικονομία παρουσίασε συρρίκνωση με χαμηλότερο ρυθμό απ’ ό,τι αναμενόταν – που είναι λιγότερο έντονη σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης- με το δημοσιονομικό ισοζύγιο να γυρνά σε έλλειμμα το 2020 και το δημόσιο χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ να αυξάνεται κοντά στο 115%, που, όπως αναφέρει, παραμένει διαχειρίσιμο.

Ο οίκος αναμένει ότι η κυπριακή οικονομία θα ανακάμψει από το σοκ της πανδημίας, αντιστρέφοντας την αυξητική τάση του δημοσίου χρέους, αν και ο ρυθμός της οικονομικής ανάκαμψης, ιδιαίτερα αυτός του τουριστικού τομέα, είναι άκρως αβέβαιος επί του παρόντος, δεδομένης της συνεχιζόμενης πανδημίας.

Αβεβαιότητα, σύμφωνα με τον DBRS, επικρατεί από την επίπτωση του μορατόριουμ καταβολής δόσεων στις κυπριακές τράπεζες τον επόμενο χρόνο. Σημειώνει ωστόσο ότι οι τράπεζες είναι καλά κεφαλαιοποιημένες και συνέχισαν να μειώνουν το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) το 2020.

Σε σχέση με τη σταθερή προοπτική της οικονομίας, ο DBRS σημειώνει πως αυτή υποστηρίζεται από το συνετό πλαίσιο διαχείρισης του δημοσίου χρέους, τις καλές επιδόσεις στην μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, την ιδιότητα του μέλους της ευρωζώνης, που προωθεί βιώσιμες μακροοικονομικές πολιτικές, και τον ανοικτό χαρακτήρα της οικονομίας για επενδύσεις, υποστηρίζοντας ένα και ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον.

Ωστόσο, ο οίκος επισημαίνει ότι η Κύπρος αντιμετωπίζει σημαντικές πιστωτικές προκλήσεις που σχετίζονται με το ακόμη σημαντικό απόθεμα των ΜΕΔ στον τραπεζικό τομέα και την οικονομία, τα υψηλά επίπεδα ιδιωτικού και δημοσίου χρέους, τις εξωγενείς ανισοσκέλειες και την μικρή οικονομία που βασίζεται στον τομέα των υπηρεσιών, που εκθέτουν την Κύπρο σε αρνητικές εξελίξεις στην εξωτερική ζήτηση.

O DBRS σημειώνει ότι η αξιολόγηση μπορεί να αναβαθμιστεί αν επιστρέψει η οικονομική ανάπτυξη και η καλή δημοσιονομική θέση, οδηγώντας το δημόσιο χρέος σε πτωτική τροχιά. Η περαιτέρω πρόοδος στην μείωση του αποθέματος των ΜΕΔ και η ενίσχυση του τραπεζικού τομέα, θα αποτελούσαν πρόσθετους λόγους για αναβάθμιση του μακροπρόθεσμου αξιόχρεου. Καθοδικές πιέσεις θα μπορούσαν να προκύψουν σε περίπτωση παρατεταμένης περιόδου σημαντικά αδύναμης ανάπτυξης, σε συνδυασμό με μεγάλες δημοσιονομικές ανισορροπίες, την πραγματοποίηση μεγάλων δυνητικών υποχρεώσεων για το κράτος, καθώς και την αναστροφή της πτωτικής πορείας των ΜΕΔ.

Αναφορικά με το σκεπτικό της αξιολόγησης, ο οίκος σημειώνει η Κύπρος εισήλθε στην πανδημική κρίση από θέση ισχύος με τον μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης την τελευταία πενταετία να ανέρχεται σε 4,6%, με τον αριθμό των περιστατικών και τον ρυθμό θνησιμότητας από τη νόσο Covid-19 να είναι περιορισμένος μέχρι στιγμής σε σύγκριση με άλλες χώρες, ενώ η δημοσιονομική αντίδραση ήταν ευνοϊκή.

Σύμφωνα με τον DBRS, παρά τη σχετικά υψηλή εξάρτηση από τον τουρισμό, η οικονομία έχει συρρικνωθεί λιγότερο απ’ ότι αναμενόταν το πρώτο μισό του 2020.

Με την κυβέρνηση να αναθεωρεί την πρόβλεψη της για συρρίκνωση του ΑΕΠ στο 5,5% από το αρχικό -7%, η κυπριακή οικονομία προβλέπεται να γυρίσει σε ανάπτυξη 4.5% το 2021 λόγω της ανάκαμψης της κατανάλωσης.

«Κατά την άποψη του DBRS η βραχυπρόθεσμη αναπτυξιακή προοπτική υπόκειται σε μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας, καθώς εξαρτάται από την εξέλιξη της κρίσης όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά και στις κύριες τουριστικές της αγορές, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Ρωσία, την ΕΕ και το Ισραήλ», αναφέρει ο οίκος και επισημαίνει πως, πέραν από ελκυστικός τουριστικός προορισμός, η Κύπρος είναι ένα ελκυστικό κέντρο παροχής επιχειρηματικών υπηρεσιών και ένα ναυτιλιακό κέντρο, η πορεία των οποίων υπόκεινται στην ανάκαμψη της εξωτερικής ζήτησης.

Επιπρόσθετα σημειώνει ότι η αναστολή του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος (ΚΕΠ) θα επιβαρύνει την ανάπτυξη το 2021, ενώ η αναπτυξιακή προοπτική θα εξαρτηθεί και από την αποτελεσματικότητα των πολιτικών, για να προσθέσει ωστόσο ότι η ανάκαμψη τα επόμενα έτη θα επωφεληθεί από το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, ενώ σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα δυνητική πηγή ανάπτυξης αποτελούν και τα αποθέματα φυσικού αερίου.

Επίσης, ο οίκος θεωρεί πως η Κύπρος διέθετε κάποιο δημοσιονομικό περιθώριο για να αντιμετωπίσει την κρίση, σημειώνοντας ότι το δημοσιονομικό πακέτο στήριξης, σε συνδυασμό με τα χαμηλότερα έσοδα λόγω της ύφεσης αναμένεται να οδηγήσουν σε ένα δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης του 4,5% του ΑΕΠ από πλεόνασμα 1,7% το 2019, με πρωτογενές ισοζύγιο (εξαιρουμένων των τόκων) να υποχωρεί στο -2,2% το 2020 από 4,2% το 2019. Προσθέτει όμως ότι το δημοσιονομικό πακέτο στήριξης θεωρείται προσωρινό, με την κυβέρνηση να αναμένει ένα ήπιο δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης του 0,7% το 2021.

Για το δημόσιο χρέος, που αναμένεται να φτάσει στο 114,8% του ΑΕΠ το 2020 και να υποχωρήσει στο 111% το 2021 με την επιστροφή των πρωτογενών πλεονασμάτων και να μειωθεί κάτω του 100% το 2023, ο οίκος επισημαίνει πως «ενώ η σχέση χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί, το προφίλ χρέους αναμένεται να παραμείνει ευνοϊκό».

Τονίζει όμως ότι η δυναμική χρέους είναι ευάλωτη σε αρνητικά σοκ, ειδικότερα από την πραγματοποίηση δυνητικών υποχρεώσεων που σχετίζονται με το πρόγραμμα προστασίας περιουσιακών στοιχείων που δόθηκε στην Ελληνική Τράπεζα στο πλαίσιο της πώλησης της ΣΚΤ.

«Παρόλα αυτά η συνετή διαχείριση του χρέους οδήγησε σε ένα ευνοϊκό προφίλ που μειώνει τους κινδύνους αναχρηματοδότησης», προσθέτει ο καναδικός οίκος και αναφέρεται στην επέκταση των λήξεων χρέους, αλλά και τη στρατηγική διαχείρισης που περιλαμβάνει ταμειακό απόθεμα κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών, τουλάχιστον, των επόμενων εννέα μηνών, ένα απόθεμα το οποίο καλύπτει τους επόμενους 12 μήνες.

Σχετικά υψηλοί παραμένουν οι κίνδυνοι στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, εκτιμά ο DBRS με τον κύριο κίνδυνο να σχετίζεται με το υψηλό επίπεδο των ΜΕΔ, παρά την πρόοδο που επιτεύχθηκε από την κορύφωση των κόκκινων δανείων το 2015.

Επισημαίνει ωστόσο ότι το λειτουργικό περιβάλλον των κυπριακών τραπεζών έχει επιδεινωθεί λόγω της κρίσης. Δυνητικοί κίνδυνοι στον τραπεζικό τομέα θα μπορούσαν να προέλθουν από την εκτεταμένη χρήση του μορατόριουμ καταβολής δόσεων, που υιοθετήθηκε ως απάντηση στην κρίση του κορωνοϊού, με το 41% των συνολικών δανείων να βρίσκονται σε αναστολή.

«Ενώ το μορατόριουμ δεν αναμένεται να οδηγήσει σε (νέα) ΜΕΔ φέτος, το αδύναμο περιβάλλον είναι πιθανόν να οδηγήσει σε νέα ΜΕΔ το 2021, αν και το μέγεθος τους παραμένει αβέβαιο», αναφέρει ο οίκος.

Τέλος, επισημαίνει ότι η ανάκαμψη της αγοράς στέγασης μπορεί να αντιστραφεί, ενώ η πρόσφατη αναστολή του ΚΕΠ έχει προσθέσει αβεβαιότητα στις προοπτικές της αγοράς σε κάποιες παραλιακές περιοχές.

Πηγή: ΚΥΠΕ