Ρυθμίσεις με βάση τις οποίες θα εξισώνεται η εποπτεία μεγάλων επενδυτικών εταιρειών με την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, καλείται να ενσωματώσει στη νομοθεσία, για τυπικούς εναρμονιστικούς λόγους, η κυπριακή Δημοκρατία.
Οι ρυθμίσεις δεν αναμένεται να έχουν αντίκτυπο στις εργασίες επενδυτικών εταιρειών στην Κύπρο, καθώς αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής και στα χαρακτηριστικά που καθορίζονται από το νομοσχέδιο.
Σύμφωνα με το εναρμονιστικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη βουλή, μεγάλες επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να υποβάλουν αιτήσεις για έκδοση άδειας λειτουργίας ως πιστωτικά ιδρύματα. Σκοπός είναι η εναρμόνιση με συγκεκριμένο άρθρο ευρωπαϊκής οδηγίας σχετικά με την προληπτική εποπτεία επιχειρήσεων επενδύσεων.
Το νομοσχέδιο με τίτλο «ο περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων (Τροποποιητικός Αρ.6) Νόμος του 2020 διευκρινίζει τις ειδικές απαιτήσεις για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας πιστωτικού ιδρύματος, ειδικά όσον αφορά τις επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες ως επιχειρήσεις επενδύσεων με μέσο όρο σύνολο ενεργητικού €30 δισ. και άνω για 12 μήνες.
Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων με μέσο όρο ενεργητικού €30 δισ., οι οποίες είχαν λάβει άδεια λειτουργίας και ασκούσαν δραστηριότητες ως επιχειρήσεις επενδύσεων ως τις 24 Δεκεμβρίου 2019, θα πρέπει να υποβάλουν αίτηση για άδεια λειτουργίας ως πιστωτικά ιδρύματα στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου μέχρι τις 27 Δεκεμβρίου 2020.
Με βάση την εισηγητική έκθεση του υπουργείου οικονομικών, στην Κύπρο δεν υπάρχουν επιχειρήσεις επενδύσεων (ΚΕΠΕΥ) με μέσο όρο ενεργητικού €30 δισ και οι οποίες ήταν αδειοδοτημένες από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου κατά τις 24 Δεκεμβρίου 2019.
Ωστόσο, για σκοπούς ορθής εναρμόνισης θα πρέπει να μεταφερθεί η πρόνοια αυτή στην εθνική νομοθεσία.
Τα κράτη μέλη καλούνται να εφαρμόσουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με το συγκεκριμένο άρθρο έγκαιρα, ώστε να δοθεί χρόνος στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις επενδύσεων να υποβάλουν την σχετική αίτηση.
Το υπουργείο οικονομικών προειδοποιεί ότι σε περίπτωση καθυστέρησης, η Δημοκρατία ενδεχομένως να εκτεθεί σε σοβαρές νομικές επιπτώσεις αφού σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταχωρήσει προσφυγή στο ΔΕΕ, τότε η καταδίκη της Δημοκρατίας θεωρείται δεδομένη, όπως επίσης και η επιβολή μεγάλων χρηματικών ποινών και προστίμων.