Η Koμισιόν συμπεραίνει ότι “η Κύπρος διατηρεί την ικανότητα να εξυπηρετεί το χρέος της στον ESM, αλλά οι προκλήσεις έχουν αυξηθεί ως αποτέλεσμα του Covid-19” και προειδοποιεί ότι οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προοπτικές έχουν σαφώς επιδεινωθεί “, συμπεριλαμβανομένων “των επιπτώσεων μιας ύφεση που είναι πιο έντονη από την αναμενόμενη, της υψηλότερης ελαστικότητα φορολογικών εσόδων και το ενδεχόμενο κόστος των μέτρων πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνεπάγονται ενδεχόμενες υποχρεώσεις, για την αντιμετώπιση του αντίκτυπου του Covid-19 “.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έκθεση παρακολούθησης μετά το πρόγραμμα για την Κύπρο, που εγκρίθηκε σήμερα από το Κολέγιο των Επιτρόπων, μετά από αρκετά χρόνια έντονης ανάπτυξης, “η παγκόσμια έξαρση του Covid-19 ρίχνει την κυπριακή οικονομία σε μια βαθιά ύφεση το 2020”.
Η Κομισιόν σημειώνει ότι “η Κύπρος είχε σημειώσει μια περίοδο ισχυρής ανάπτυξης μετά την τραπεζική της κρίση, με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά ένα τέταρτο από το 2014», ωστόσο, από τα μέσα Μαρτίου 2020, «η πανδημία του κορωνοϊού, η οποία οδήγησε στα σύνορα το κλείσιμο, τα μέτρα κλειδώματος και η παύση όλων των μη απαραίτητων επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των ξενοδοχειακών και άλλων τουριστικών καταλυμάτων, είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην κυπριακή οικονομία “.
“Η κρίση αναμένεται να επηρεάσει ιδίως δύο βασικούς πυλώνες της οικονομίας, τον τουρισμό και τη ναυτιλία. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν, το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί κατά περίπου 7½% το 2020”, αναφέρε η έκθεση.
Σημειώνει ότι “αναμένεται ότι οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα συρρικνωθούν σημαντικά”. “Οι επενδύσεις στις κατασκευές ενδέχεται να διατηρηθούν κάπως καλύτερα, χάρη στο γεγονός ότι ορισμένα μεγάλα έργα βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη και οφείλονται σε πολλά χρόνια” και η Κύπρος έχει υιοθετήσει δημοσιονομικό σχέδιο αναθέρμανσης που θα συμβάλει στον μετριασμό της συστολής”, αναφέρει η Κομισιόν.
Σύμφωνα με την έκθεση “με τις εξαγωγές να μειώνονται πιο έντονα από τις εισαγωγές, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών πρόκειται να διευρυνθεί περαιτέρω (στο 11% περίπου του ΑΕΠ)”.
Ωστόσο, υποθέτοντας μια σταδιακή έξοδο από το lockdown κατά τους επόμενους μήνες, προβλέπει “επιστροφή σε ισχυρή ανάπτυξη το 2021 περίπου 6%, αν και η παραγωγή δεν αναμένεται να επιστρέψει στα επίπεδα του 2019”, αναφέρει η Kομισιόν.
“Στην τρέχουσα συγκυρία, υπάρχουν πολύ σημαντικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές ανάπτυξης, ιδίως καθώς η διάρκεια της πανδημίας και τα μέτρα κλειδώματος είναι ακόμη άγνωστα”, προειδοποιεί η έκθεση.
Πιο συγκεκριμένα, η έκθεση αναφέρει ότι “η ύφεση που δημιουργήθηκε από τον Covid-19 και η απαραίτητη πολιτική απάντηση αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά τα δημόσια οικονομικά το 2020”.
“Μετά από μια ισχυρή δημοσιονομική απόδοση το 2019, το βασικό δημοσιονομικό ισοζύγιο θα μετατραπεί σε σημαντικό έλλειμμα 7% του ΑΕΠ το 2020. Αυτό αντικατοπτρίζει τις σημαντικές αναμενόμενες απώλειες στην είσπραξη εσόδων λόγω της ασθενέστερης οικονομικής δραστηριότητας και σημαντικές επιπρόσθετες δαπάνες για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κρίσης στην πραγματική οικονομία. Τα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα που εγκρίθηκαν αντιπροσωπεύουν περίπου το 4½% του ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων στήριξης εισοδήματος για τις επιχειρήσεις και των πρόσθετων δαπανών για υγειονομική περίθαλψη. Οι αρχές εργάζονται για ένα μεγάλο χρηματοοικονομικό πακέτο κρατικών εγγυήσεων για νέα δάνεια για την υποστήριξη της διαθεσιμότητας ρευστότητας στον ιδιωτικό τομέα”, αναφέρει η έκθεση.
“Οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προοπτικές είναι σαφώς στο αρνητικοί. Περιλαμβάνουν τις συνέπειες μιας ύφεσης που είναι πιο έντονη από την αναμενόμενη, τα φορολογικά έσοδα και το ενδεχόμενο κόστος των μέτρων πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνεπάγονται ενδεχόμενες υποχρεώσεις, για την αντιμετώπιση του αντίκτυπου Covid-19 “, προειδοποιεί η Κομισιόν.
Η σταθερότητα του τραπεζικού τομέα “βελτιώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια, αλλά ο οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη σκληρή πρόοδο.” Οι τράπεζες βρίσκονται σε “ισχυρότερη βάση από ό, τι στο παρελθόν”, μετά από “σημαντική εκκαθάριση του ισολογισμού και απομόχλευση, με σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) και ένα πιο ενοποιημένο τραπεζικό σύστημα “.
Ωστόσο, η κρίση Covid-19 “επηρεάζει αναπόφευκτα το τραπεζικό σύστημα μέσω της επίδρασής του στην κερδοφορία και τον πιστωτικό κίνδυνο”. Επιπλέον, παραμένει “η νομική αβεβαιότητα για τις τροποποιήσεις του νόμου περί εκποιήσεων του Αυγούστου 2019, για τις οποίες εκκρεμεί η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου. Ο δείκτης NPL διαμορφώθηκε στο 28½% τον Νοέμβριο του 2019.
“Πριν από το ξέσπασμα του Covid-19, αναμενόταν περαιτέρω σημαντική πρόοδος στη μείωση των NPL το 2020, κυρίως λόγω των μεγάλων πωλήσεων χαρτοφυλακίου NPL από τις δύο μεγαλύτερες τράπεζες”.
Ωστόσο, “αυτές οι πωλήσεις έχουν αναβληθεί τώρα, κυρίως λόγω της δυσκολίας προσδιορισμού των αξιών των περιουσιακών στοιχείων στο τρέχον περιβάλλον και της αυξανόμενης αβεβαιότητας σχετικά με την όρεξη των επενδυτών”.
“Επιπλέον, η οικονομική κατάρρευση της πανδημίας θα οδηγήσει πιθανώς σε αύξηση του πιστωτικού κινδύνου, γενικά και επίσης στην Κύπρο, και τελικά θα προκύψεο αύξηση των NPL λόγω μειωμένων εσόδων και καθαρού πλούτου”, αναφέρει η έκθεση.
Επιπλέον, η έκθεση αναφέρει ότι η χαμηλότερη από την αναμενόμενη απορρόφηση του ESTIA – το καθεστώς κρατικής στήριξης για NPL που εξασφαλίζεται από πρώτες κατοικίες – συνεπάγεται μια πολύ μικρότερη από το στοχευμένη συμβολή στη μείωση των NPL.
Η KEDIPES, η κρατική εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, έχει σημειώσει κάποια πρόοδο για να καταστεί πλήρως λειτουργική. Ωστόσο, απαιτούνται περαιτέρω βήματα για να διασφαλιστεί ότι μπορεί να επιτύχει την κύρια αποστολή της να μεγιστοποιήσει τα έσοδα από τη διαχείριση και τη διάθεση των περιουσιακών της στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της οριστικοποίησης του οργανωτικού πλαισίου οργάνωσης και διακυβέρνησής της, αναθεώρηση της συμφωνίας σε επίπεδο υπηρεσίας με τον δανειστή και ξεκινώντας την εφαρμογή ενός επιχειρηματικού σχεδίου. Οι τράπεζες συνεχίζουν να λειτουργούν με σημαντικό πλεόνασμα ρευστότητας, το οποίο είναι πολύτιμο ενόψει της παγκόσμιας αναταραχής, και τα αποθέματα κεφαλαίων τους υπερβαίνουν τις ελάχιστες κανονιστικές απαιτήσεις.
“Ωστόσο, αναμένουμε μια παρατεταμένη επίδραση της πανδημίας σε ευαίσθητους τομείς (όπως ο τουρισμός, οι δραστηριότητες χονδρικής και λιανικής, τα ακίνητα και οι κατασκευές) και η επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κερδοφορία και τους δείκτες κεφαλαίου”, αναφέρει η Κομισιόν.
“Μέτρα που έλαβε η ΕΚΤ, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών αναμένεται να υποστηρίξουν τις τράπεζες για να διατηρήσουν χρηματοδότηση για επιχειρήσεις παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες”, αναφέρει η έκθεση.
Τέλος, η Κομισιόν καταλήγει στο συμπέρασμα ότι “η Κύπρος διατηρεί την ικανότητα να εξυπηρετεί το χρέος της στον ESM, αλλά οι προκλήσεις έχουν αυξηθεί ως αποτέλεσμα του Covid-19”.
“Η πρώτη αποπληρωμή του ESM δεν θα πραγματοποιηθεί έως το 2025. Οι κίνδυνοι αναμένεται να εξαλειφθούν σταδιακά μόλις αρχίσει να τροφοδοτείται η ανάκαμψη. Οι αβεβαιότητες και οι κίνδυνοι έχουν επιδεινωθεί ιδίως από το μεγάλο προβλεπόμενο δημοσιονομικό έλλειμμα και τηn σημαντική αύξηση του ακαθάριστου δημόσιου χρέους – που είναι αναμένεται να αυξηθεί στο 116% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2020 λόγω των πρόσφατων διεθνών και εγχώριων εκδόσεων ομολόγων για την κάλυψη των υψηλότερων χρηματοδοτικών αναγκών του κράτους”, αναφέρει η έκθεση.
“Τα ευάλωτα σημεία προέρχονται επίσης από τον τραπεζικό τομέα, ο οποίος θα μπορούσε να βιώσει μια αύξηση στα νέα NPLs. Παρόλο που οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες έχουν αυξηθεί σημαντικά φέτος λόγω της πανδημίας, η κυβέρνηση εξασφάλισε τη χρηματοδότησή της από νωρίς σε ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς και ως εκ τούτου βρίσκεται σε καλή θέση από προοπτική χρηματοδότησης για τον άμεσο αντίκτυπο της υγείας και της οικονομικής κρίσης. Τα επόμενα χρόνια, οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης αναμένεται να παραμείνουν μέτριες”, προειδοποιεί η Koμισιόν,
“Επιπλέον, η χώρα συνεχίζει να απολαμβάνει την αξιολόγηση `επενδυτικού βαθμού` από τους τρεις κύριους οργανισμούς αξιολόγησης. Στη μεσοπρόθεσμη πορεία του χρέους της Κύπρου παραμένει ευαίσθητη σε σοκ μακροοικονομικών και δημοσιονομικών επιδόσεων, καθώς και σε υφιστάμενες ευπάθειες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα”, καταλήγει η Κομισιόν.
Πηγή: ΚΥΠΕ