Διόλου χαρμόσυνα δεν ηχεί στα αυτιά των Κυπρίων το ενδεχόμενο η χώρα να ξαναζήσει “ημέρες μνημονίου”, προσφεύγοντας σε διεθνείς οργανισμούς όπως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), λόγω των αυξημένων χρηματοδοτικών αναγκών ελέω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Τις τελευταίες ημέρες -και σε κάθε τόνο- η Κυβέρνηση επιχειρεί να προειδοποιήσει τους έχοντας ριζικά διαφορετικές απόψεις -δηλαδή την στήριξη της πραγματικής οικονομίας μέσω ενισχυμένης επιδοματικής πολιτικής και αύξησης του δημόσιου χρέους ή άλλες- κάνοντας λόγο για τον κίνδυνο νέου μνημονίου.
Ο Υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Πετρίδης σε δημόσιες δηλώσεις του έχει επανειλημμένως αναφερθεί στην ανάγκη η Κύπρος να σταθεί στα δικά της πόδια και να πράξει τα δέοντα, όσο σκληρά κι αν είναι, σε διαφορετική περίπτωση δεν αποκλείεται να υπάρξει για δεύτερη φορά υπό την επιτήρηση δανειστών, μέσω ενός προγράμματος δημοσιονομικής στήριξης, ήτοι ένα εξίσου “σκληρό” μνημόνιο με εκείνο το οποίο έζησε λίγα χρόνια πριν.
Μιλώντας στην “Πρώτη Εκπομπή” του Ράδιο Πρώτο ο πρώην Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και νυν Καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λέστερ Πανίκος Δημητριάδης, ανέφερε ότι σε αυτό το στάδιο δεν τίθεται θέμα μνημονίου για την Κύπρο, καθώς σε ευρωπαϊκό επίπεδο κυριαρχεί μια “χαλαρότητα” στις απαιτήσεις έναντι των κρατών για το συγκεκριμένο θέμα.
“Το δημόσιο χρέος είναι πολύ μικρότερο από εκείνο της Ιταλίας ή της Ελλάδας. Για να μπει η Κύπρος σε μνημόνιο, θα πρέπει να μπουν και άλλες χώρες και δεν υπάρχει διάθεση για τέτοια πράγματα στην Ευρώπη. Όμως υπάρχουν διαθέσιμα χρήματα από τον ESM για την Υγεία. Έχει συμφωνηθεί στο Eurogroup να βάλουν 2% του ΑΕΠ για θέματα Υγείας και ο μόνος όρος δεν θα είναι ένα μνημόνιο, αλλά να χρησιμοποιηθούν χρήματα για την Υγεία άμεσα ή έμμεσα: πέρα από την ενίσχυση του εξοπλισμού στα νοσοκομεία, μπορεί η χώρα να χρησιμοποιήσει αυτά τα χρήματα για να βοηθήσει τον ιδιωτικό τομέα, αλλά και τον δημόσιο, να διαμορφώσει κατάλληλα τους χώρους ώστε να περιορίζεται η διάδοση του ιού”, τόνισε.
Φέρνοντας ως παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο, ο κος Δημητριάδης είπε ότι παρόλο που λίγο καιρό πριν υποτίθεται ότι δεν υπήρχαν χρήματα για την δημόσια Υγεία, σήμερα η βρετανική κυβέρνηση έχει ξοδέψει πολλά σε αυτήν, τα οποία δανείστηκε από την Τράπεζα της Αγγλίας.
“Υπάρχει η αντιμετώπιση ότι δεν θα πρέπει να μας ανησυχεί το δημόσιο χρέος. Πρέπει να παρθούν όλα τα μέτρα για να καταπολεμηθεί η πανδημία αποτελεσματικά, ώστε να μην έχουμε δεύτερο κύμα εξάπλωσης”, επισήμανε.
Όπως δήλωσε πριν από μερικές εβδομάδες ο τέως Διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, αυτή την στιγμή θα πρέπει να δαπανηθούν χρήματα για την Υγεία και την Οικονομία, χωρίς το άγχος του δημόσιου χρέους.
“Μπαίνουμε σε βαθιά ύφεση και το να τυπώσεις χρήμα από την Κεντρική Τράπεζα και να το δανειστείς ως κυβέρνηση δεν δημιουργεί πληθωρισμό, αλλά περιορίζει την μείωση του ΑΕΠ. Αν δεν περιοριστεί η ύφεση, τότε τα προβλήματα του χρέους θα είναι περισσότερα”, υπογράμμισε.
Από την πλευρά του, ωστόσο, ο Αναπληρωτής Καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο CIIM Γιώργος Θεοχαρίδης ανέφερε στο Ράδιο Πρώτο ότι το ενδεχόμενο ενός μνημονίου δεν είναι απίθανο, δεδομένου ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους αυξάνονται σε ένα αβέβαιο και με αυξημένο κίνδυνο διεθνές επενδυτικό περιβάλλον.
Προειδοποίησε δε ότι αν το δημόσιο χρέος αυξηθεί περαιτέρω και δεδομένου του υψηλού κόστους δανεισμού που υπάρχει σε χώρες της περιφέρειας της Ευρωζώνης, τότε ενδεχομένως να μην είναι πλέον βιώσιμο.
“Ο δείκτης του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ θα πρέπει να βρίσκεται γύρω στο 115%, δεδομένου του νέου δανεισμού αλλά και της πτώσης του ΑΕΠ για το 2020. Δεν υπάρχει ευκαιρία για να δανειστούμε περισσότερο, διότι τα επιτόκια άρχισαν να πηγαίνουν προς τα επάνω”, πρόσθεσε.
Όπως είπε, μια χώρα μπαίνει σε μηχανισμό στήριξης όταν δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τα χρέη της και δεν μπορεί να δανειστεί από τις αγορές.