Τα δημόσια οικονομικά της Κύπρου δοκιμάζονται εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού. Αργά ή γρήγορα, θα γίνουν οι κατάλληλες κινήσεις από την επιστημονική και την ιατρική κοινότητα, όπως και από την πολιτεία και θα περιοριστεί η εξάπλωσή του. Ωστόσο, εκείνο που θα πρέπει να αντιμετωπίσει η Κύπρος θα πρέπει να είναι οι οικονομικές συνέπειες που θα αφήσει ο κορωνοϊός, με το 2020 να διαφαίνεται –τουλάχιστον με τα μέχρι τώρα δεδομένα– πως θα καταγράψει ύφεση.
Ή αλλιώς, η Κύπρος αναμένεται να καταγράψει αρνητικό δείκτη ανάπτυξης για το τρέχον έτος. «Τουλάχιστον 5%», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά εντός της εβδομάδας ο υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Πετρίδης. Κανείς δεν γνωρίζει πόσο χρονικό διάστημα θα λάβει αυτή η «οικονομική απομόνωση», εντούτοις η ζημιά έχει γίνει ήδη και η ανάκαμψη φαντάζει δύσκολη, εάν συνεχιστεί για ακόμα αρκετούς μήνες. Το κράτος «έριξε» τα περισσότερα οικονομικά πολεμοφόδια που είχε εξ αρχής, σε αυτά τα 800 εκατ. ευρώ στήριξης που ανακοίνωσε. Τα ρευστά διαθέσιμα που διέθεσε για στήριξη της οικονομίας μέσω των προγραμμάτων ειδικού ανεργιακού επιδόματος, μερικής αναστολής εργασιών της επιχείρησης και άλλα παρόμοια η κυβέρνηση, είναι αντιληπτό πως, εάν συνεχιστεί για ακόμα αρκετούς μήνες η ίδια «οικονομική απομόνωση», θα χρειαστεί περαιτέρω δανεισμός από τις αγορές.
Το πακέτο που ανακοινώθηκε ήταν μεγάλο και ανακοινώθηκε λόγω του μεγάλου δημοσιονομικού πλεονάσματος. Αν πράγματι η ύφεση φτάσει στο -5%, θα είναι 10 μονάδες κάτω από το 5% ανάπτυξης της περσινής σε σχέση με το ΑΕΠ. Άλλο πράγμα είναι τα μέτρα της οικονομίας που έχουν ήδη ανακοινωθεί για στήριξη της οικονομίας και για τα επόμενα βήματα θα πρέπει να φανεί ποια θα είναι η διάρκεια και το βάθος της δύσκολης κατάστασης. Υπολογισμοί της «Κ» θέλουν, αν το κράτος βγει για δανεισμό, να χρειαστεί 600 – 1 δισ. ευρώ. Τα περιθώρια της κυβέρνησης για επόμενα πακέτα θεωρητικά θα ήταν απεριόριστα, δεδομένου πως υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι να δανείζουν το κράτος και εξίσου διατεθειμένο το κράτος να λαμβάνει δανεισμό. Τα επιπρόσθετα χρήματα είναι σχεδόν δεδομένο πως θα πρέπει να ληφθούν από το κράτος (δανεισμό), διότι με τα ταμειακά και τα δημοσιονομικά περιθώρια δεν νοείται να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες. Επιπρόσθετα χρήματα θα χρειαστούν για να μη φτάσουν σε όρια εξάντλησης τα κρατικά ταμεία.
Ο ΥΠΟΙΚ είχε αναφέρει σε συνέντευξή του στην «Κ» την εβδομάδα που προετοιμάζονταν τα μέτρα πως, η οικονομία θα επιβαρυνθεί, δίχως όμως να μπορεί να προβλεφθεί ακριβώς το βάθος και η διάρκεια της κρίσης. Την ίδια ώρα, δήλωσε στο κρατικό ραδιόφωνο πως, η Κύπρος θα χρειαστεί περαιτέρω δανεισμό και για να γίνει κατορθωτό να απορροφηθεί ο οικονομικός κραδασμός, έστω και ανατρέποντας τον δημοσιονομικό σχεδιασμό του κράτους, θα πρέπει να υπάρξει ένας μηχανισμός φθηνού δανεισμού της Ε.Ε. «Χρησιμοποιούμε ένα μεγάλο μέρος των πολεμοφοδίων μας. Ευτυχώς, έχουμε κάποιο μαξιλαράκι λόγω του ότι έχουμε εφαρμόσει μια συνετή δημοσιονομική πολιτική τα περασμένα χρόνια. Θα χρειαστούμε, ωστόσο, επιπλέον δανεισμό. Κάνουμε τις ενδεδειγμένες ενέργειες υπό δύσκολες συνθήκες επειδή οι ευχέρειες δανεισμού τώρα δεν είναι οι ίδιες όπως ήταν πριν από δύο και τρεις μήνες. Σκοπός μας είναι να εξασφαλίσουμε αυτή την επιπλέον ρευστότητα ούτως ώστε να μπορούμε να παρέμβουμε στην αγορά για όσο διάστημα χρειαστεί έστω και με αναθεωρημένα σχέδια. Πάμε για ύφεση, αυτό είναι δεδομένο. Μιλάμε για μια ύφεση, η οποία θα είναι τουλάχιστον 5% του ΑΕΠ», ανάφερε χαρακτηριστικά.
Οι ανάγκες
Το σίγουρο είναι πως το κράτος προϋπολογίζει την κάλυψη των αναγκών του έχοντας να πληρώσει τους 60 – 70 χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους και όχι τη στήριξη άλλων 260 χιλιάδων ιδιωτικών υπαλλήλων και 60 χιλιάδων επιχειρήσεων. Πρέπει να πληρώνει τους μισθούς του δημοσίου, τις συντάξεις, τα επιδόματα και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να φτάσει σε σημείο που θα κάνει περικοπές ανελαστικών δαπανών. Τα πρόσφατα δεδομένα έδειξαν πως το πλεόνασμα του διμήνου του 2020 είναι ήδη μειωμένο, με 48% μείωση σε ετήσια βάση συγκριτικά με το περσινό. 15% αύξηση οι δαπάνες και 2% μείωσης των εσόδων, φτάνοντας τα 212 εκατ. ευρώ.
Οι δυσκολίες, δηλαδή, φανήκαν στα δημόσια οικονομικά πριν καν ακόμα φθάσει ο κορωνοϊός στη χώρα και έρθει το κλείσιμο των επιχειρήσεων στα μέσα του Μάρτη. Ακόμα και στο τέλος του χρόνου τα δεδομένα να αλλάξουν προς το καλό, δεν καλύπτεται το χαμένο έδαφος εύκολα, πόσω μάλλον αν υποθέσουμε πως το 12% του ΑΕΠ το 2019 προήλθε από τον τουρισμό. Φέτος που ο τουρισμός –όπως δείχνουν τα πράγματα– θα είναι περιορισμένος έως και μηδενικός, θα χαθεί ο στόχος να κλείσει με θετικό πρόσημο το 2020. Μόλις επτά (7) ημέρες πριν αρχίσουν οι επιπτώσεις του κορωνοϊού στην Κύπρο, ο Standard and Poor’s στην αξιολόγησή του για την κυπριακή οικονομία κατέγραφε πως η οικονομία του νησιού θα επεκταθεί με βραδύτερο, αλλά σταθερό ρυθμό, στο 2,5% κατά το 2020-2023. Η αγορά εργασίας θα είναι δυναμική, με συνεχή μείωση του ποσοστού ανεργίας μετά την κορυφή της το 2014.
Προέβλεπε περαιτέρω μειώσεις σε περίπου 5,0% τα επόμενα χρόνια, από 7,1% το 2019 και περίπου 13,0% το 2016. Οι Οίκοι είναι επιμηθείς και όχι προμηθείς. Στο μόνο που προειδοποιούσε εμμέσως πλην σαφώς, ήταν ότι η Κύπρος έχει τεράστια εξάρτηση από τον τουρισμό. Και αυτό θα διαφανεί. Όπως είχε καταγράψει η «Κ» οι εναπομείνασες χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2020, ανέρχονται στα 900 εκατ. ευρώ. Τον Μάιο το κράτος θα πρέπει να πληρώσει ένα δάνειο επί εποχής Χαρίλαου Σταυράκη του 2010, ύψους 4 εκατ. ευρώ, τον Δεκέμβριο του 2020 ένα δάνειο προς την Ελληνική Τράπεζα ύψους 750 εκατ. ευρώ, εγχώρια ομόλογα ύψους 20 εκατ. ευρώ και κάποια «άλλα δάνεια» όπως περιγράφεται στο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του χρέους της γενικής κυβέρνησης, ύψους 90 εκατ. ευρώ. Έτσι προκύπτουν τα περίπου 900 εκατ. ευρώ που θα χρειαστεί η Κ.Δ. να καταβάλει μέχρι το τέλος του έτους, στην περίπτωση που δεν χρειαστεί να διαφοροποιήσει αυτό τον σχεδιασμό.
Μείωση στο δίμηνο
Τα προκαταρκτικά δημοσιονομικά αποτελέσματα που ετοιμάστηκαν από τη Στατιστική Υπηρεσία για την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2020 καταδεικνύουν πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης της τάξης των €212,3 εκατ. (0,9% στο ΑΕΠ) σε σύγκριση με πλεόνασμα €410,8 εκατ. τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο 2019 (1,9% στο ΑΕΠ). Οι συνολικές δαπάνες κατά την περίοδο αυτή του 2020 σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας σημείωσαν αύξηση ύψους €166,3 εκατ. σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 και ανήλθαν στα €1.277,4 εκατ. από €1.111,1 εκ. (+15,0%). Τα συνολικά έσοδα μειώθηκαν κατά 2,1% (€32,2 εκατ. μείωση) και ανήλθαν στα €1.489,7 εκ. κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου του 2020 (από €1.521,9 εκατ. κατά την αντίστοιχη περίοδο του 2019).