Δύο βαθμίδες κάτω από την επενδυτική κατηγορία διατηρεί πλέον την κυπριακή οικονομία ο οίκος αξιολόγησης DBRS Ratings μετά την αναβάθμιση κατά μια βαθμίδα στο ΒΒ, από BB (χαμηλό) την μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Κύπρου σε ξένο και εγχώριο νόμισμα.
Ο οίκος διατήρησε την τάση των αξιολογήσεων σε θετικό ορίζοντα, κάτι που καταδεικνύει πιθανή νέα αναβάθμιση στο μέλλον του αξιόχρεου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Επιπλέον, ο DBRS επιβεβαίωσε την βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση της Κύπρου σε ξένο και εγχώριο νόμισμα στο R-4, διαφοροποιώντας την τάση των αξιολογήσεων από σταθερές σε θετικές.
«Η αναβάθμιση οφείλεται στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των κυπριακών τραπεζών και στην καλύτερη δημοσιονομική επίδοση της Κύπρου», τονίζει ο καναδικός οίκος, σημειώνοντας ότι τα ΜΕΔ μειώθηκαν το 2017 κατά 14%, ενώ από το υψηλότερο επίπεδο τους τον Φεβρουάριο του 2015 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2017 τα ΜΕΔ έχουν μειωθεί κατά 28%.
Ο DBRS υπογραμμίζει ότι η θετική τάση των αξιολογήσεων αντικατοπτρίζει την άποψη του ότι οι σταθερές οικονομικές και δημοσιονομικές επιδόσεις της Κύπρου πιθανόν να διατηρηθούν, συμβάλλοντας στην πτωτική τροχιά του δείκτη του δημόσιου χρέους μετά από μια αύξηση το 2018.
Τον περασμένο Δεκέμβριο ο DBRS είχε επιβεβαιώσει τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Κύπρου σε ξένο και εγχώριο νόμισμα στο BB (χαμηλό), αλλάζοντας, ωστόσο, την τάση των αξιολογήσεων από σταθερή σε θετική.
Ο καναδικός οίκος υπογραμμίζει ότι μια αναβάθμιση των αξιολογήσεων της Κύπρου θα προέλθει από την ικανότητα της Κύπρου να διατηρήσει υγιή οικονομική ανάπτυξη και δημοσιονομική θέση, η οποία οδηγήσει σε καθοδική πορεία το δημόσιο χρέος.
Σημαντική πρόοδος στις ιδιωτικοποιήσεις θα μπορούσε επίσης, σύμφωνα με τον DBRS, να ασκήσει ανοδική πίεση στις αξιολογήσεις.
Επιπλέον, ο οίκος αναφέρει ότι η ικανότητα της Κύπρου να μειώσει σημαντικά τις αδυναμίες στον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένης της σημαντικής μείωσης των ΜΕΔ, θα ήταν επίσης θετική για τις αξιολογήσεις.
Ωστόσο, προειδοποιεί ότι μια περίοδος ιδιαίτερα αδύναμης ανάπτυξης, που θα συνδυαστεί με μεγάλες δημοσιονομικές ανισορροπίες, θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποβάθμιση των θετικών τάσεων των αξιολογήσεων σε σταθερές. Σημειώνει επίσης ότι και η αναστροφή της καθοδικής πορείας των ΜΕΔ θα μπορούσε να είναι αρνητική εξέλιξη.
Σύμφωνα με τον διεθνή οίκο, ύστερα από την ισχυρότερη από την αναμενόμενη ανάπτυξη που καταγράφηκε το 2017 της τάξης του 3,9%, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται να ανέλθει στο 3,8% το 2018 και στο 3,6% το 2019, οδηγούμενη από σημαντικά επενδυτικά έργα, τις εξαγωγές και την κατανάλωση.
Επιπλέον, η πρόβλεψη για το δημοσιονομικό πλεόνασμα κατά την επόμενη διετία, όπως αναφέρει, είναι στο 1,7%, με πρωτογενές πλεόνασμα πέραν του 4 %, ποσοστό που είναι το υψηλότερο μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Αναφέρει επίσης ότι το δημόσιο χρέος θα μειωθεί στο 100% το 2019 και στο 94,6% το 2020, υποστηριζόμενο από την ισχυρή ανάπτυξη και το μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα.
Σημειώνει, ωστόσο, ότι τα ΜΕΔ παραμένουν πολύ υψηλά και αποτελούν σημαντική αδυναμία για τις κυπριακές τράπεζες, αλλά αναμένει πως αυτά «θα συνεχίσουν να μειώνονται, λόγω των μέτρων που βρίσκονται σε εφαρμογή, της στρατηγικής πολιτικής που παρουσιάστηκε πρόσφατα και της βελτίωσης των οικονομικών συνθηκών».
Αναφέρει επίσης ότι παρά τη μείωση τους, το ποσοστό των ΜΕΔ παραμένει υψηλό καθώς τα υπόλοιπα των δανείων έχουν μειωθεί και υπογραμμίζει ότι το πολύ υψηλό επίπεδο των ΜΕΔ παραμένει ο βασικός κίνδυνος για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και αποτελεί σημαντική πρόκληση για τις αξιολογήσεις της Κύπρου.
Προσθέτει ότι ο υψηλός δανεισμός στον ιδιωτικό τομέα παραμένει ένας πρόσθετος κίνδυνος, ωστόσο, σημειώνει ότι συνεχίζεται η διαδικασία απομόχλευσης.
Ο DBRS τονίζει ότι αναμένεται να διατηρηθεί η υγιής δημοσιονομική θέση της Κύπρου, υποστηρίζοντας έτσι τις αξιολογήσεις και σημειώνει ότι η Κύπρος βελτίωσε τη δημοσιονομική θέση της σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Επίσης, υπογραμμίζει πως παρά τις δημοσιονομικές επιπτώσεις από την πολιτική για μείωση των ΜΕΔ η δημοσιονομική θέση αναμένεται να παραμείνει σε υγιές πλεόνασμα πέραν του 1,5% κατά τα επόμενα τέσσερα χρόνια, υποστηριζόμενη από ισχυρά έσοδα και περιορισμένες δαπάνες.
Σημειώνει ότι η κυβέρνηση επιδιώκει επίσης να διατηρήσει ένα μικρό διαρθρωτικό πλεόνασμα, πέραν από τον μεσοπρόθεσμο στόχο της για διαρθρωτικό ισοζύγιο.
Αναφέρει επίσης ότι οι μεταρρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν για την ενίσχυση της δημοσιονομικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης του συστήματος τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, μαζί με ανώτατα όρια δαπανών που περιλαμβάνονται στον νόμο περί δημοσιονομικής ευθύνης και προϋπολογισμού, αναμένεται να ενισχύσουν την βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Επιπλέον, ο DBRS αναφέρει ότι η ελκυστικότητα της Κύπρου ως κέντρο επιχειρηματικών υπηρεσιών, τουριστικού προορισμού και ναυτιλιακού κέντρου υποστηρίζει τις αξιολογήσεις και σημειώνει ότι ο τομέας του τουρισμού επωφελείται από μια αγορά πλούσιων οικονομιών, ενώ εξακολουθεί να διαφοροποιείται σε νέες αγορές και προϊόντα, καθιστώντας τον τομέα πιο ανθεκτικό.
Ωστόσο, αναφέρει ότι το μικρό μέγεθος του τομέα των υπηρεσιών της κυπριακής οικονομίας εκθέτει την χώρα σε δυσμενείς μεταβολές στην εξωτερική ζήτηση και αποτελεί πρόκληση για τις αξιολογήσεις της.
Αναφορικά με το πολιτικό περιβάλλον, ο καναδικός οίκος αξιολόγησης αναφέρει ότι η Κύπρος επωφελείται από το σταθερό πολιτικό περιβάλλον και τους σταθερούς θεσμούς και η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη, όπως σημειώνει, στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της χώρας.
«Αυτό, μαζί με το ότι η Κύπρος είναι μέλος της Ευρωζώνης, υποστηρίζει τις αξιολογήσεις της», επισημαίνει.
Σύμφωνα με τον οίκο, η επανεκλογή του Προέδρου Αναστασιάδη τον Φεβρουάριο του 2018, με 56% των ψήφων, του δίνει ισχυρή εντολή για τη δεύτερη θητεία του.
Ο καναδικός οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης αναμένει συνέχιση της δημοσιονομικής πολιτικής και της στρατηγικής διαχείρισης του χρέους και πρόοδο στις προσπάθειες πολιτικής για μείωση των ΜΕΔ, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι η Κυβέρνηση δεν διαθέτει πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
«Αυτό έχει ως αποτέλεσμα καθυστερήσεις στην υιοθέτηση μεταρρυθμίσεων και είναι πιθανό να παραμείνει μια πρόκληση για το πολιτικό πρόγραμμα της Κυβέρνησης», καταλήγει ο DBRS.